Το βιβλίο πραγματεύεται το πιο σημαντικό ίσως ερώτημα της επιστημονικής και φιλοσοφικής αναζήτησης του ανθρώπου, δηλαδή `ποια είναι η σχέση της ύλης του εγκεφάλου με το πνεύμα και την συνείδηση`. Με την αδιάκοπη πρόοδο των νευροεπιστημών, όλο και περισσότεροι άνθρωποι θέτουν στον εαυτό τους ερωτήματα όπως: `τι συμβαίνει στο υλικό του εγκεφάλου μας, όταν κάνουμε μια σκέψη ή αισθανόμαστε συγκίνηση;` `πώς γεννιέται η συνειδητή εμπειρία από φυσικές διαδικασίες που συντελούνται στον εγκέφαλο, μια μικρή ποσότητα ζελατινώδους υλικού μέσα στο κρανίο μας;` Αντιμετωπίζοντας μια προφανή δυσκολία απάντησης σε αυτά τα θεμελιώδη ερωτήματα, πολλοί άνθρωποι έχουν αναρωτηθεί `ποια προσέγγιση προσφέρουν οι φιλόσοφοι και ποια οι επιστήμονες;`. Τους φιλοσόφους έχουν απασχολήσει δύο απόλυτα αντίθετες θεωρίες σχετικά με την `φύση` της συνείδησης: η ιδεαλιστική θεωρία και η υλιστική θεωρία. Η πρώτη θεωρεί τη συνείδηση ως μια `ποιότητα` έμφυτη στον άνθρωπο, η οποία, όμως, έχει διαστάσεις πέρα από την υλική πραγματικότητα. Η ιδεαλιστική προσέγγιση κάνει μια σαφή διάκριση μεταξύ της φυσικής-υλικής πραγματικότητας και της άυλης-πνευματικής πραγματικότητας, δηλαδή μεταξύ εγκεφαλικής ύλης και πνεύματος-ψυχής. Αντίθετα, η υλιστική θεωρία αντιμετωπίζει τη συνείδηση ως αποτέλεσμα και προϊόν της αντικειμενικής επεξεργασίας των δεδομένων του περιβάλλοντος από την ύλη του εγκεφάλου. Στην εποχή μας, όλο και περισσότεροι επιστήμονες θεωρούν ότι η συνείδηση είναι ένα φυσικό-βιολογικό φαινόμενο, το οποίο θα κατανοήσουμε επαρκώς μόνον όταν κατανοήσουμε πώς λειτουργεί ο ανθρώπινος εγκέφαλος. Σύμφωνα με την επιστημονική προσέγγιση, συνείδηση είναι μια λειτουργία της ύλης, όταν αυτή εξελιχθεί σε εξαιρετικά υψηλό βαθμό οργάνωσης, και νόηση είναι η έκφραση βιοχημικών διεργασιών που συντελούνται στον εγκέφαλο μας, δηλ. η συνείδηση είναι παράγωγο της ύλης. (. . .)
[Απόσπασμα από το κείμενο του προλόγου]