Η Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών κυκλοφορεί με ιδιαίτερη ικανοποίηση την `Τοπογραφία της Θεσσαλονίκης κατά την εποχή της τουρκοκρατίας` του διευθυντού του Ιστορικού Αρχείου Μακεδονίας κ. Βασίλη Δημητριάδη, γνωστού για την επίδοσή του στον κλάδο της τουρκολογίας. Ένα μεγάλο κενό καλύπτει η έκδοση αυτή που ανιστορεί την ταυτότητα της πόλης σε μια από τις πιο μορφολογικά άγνωστες περιόδους της ιστορίας της.
Τοπογραφικές μελέτες της Θεσσαλονίκης έχουν εκδοθεί μέχρι σήμερα πολλές, αλλά κυρίως για την αρχαία και τη βυζαντινή εποχή. `Η τοπογραφία της Θεσσαλονίκης κατά την τουρκοκρατία, όπως γράφει και ο συγγραφέας στην εισαγωγή του βιβλίου του, πολύ λίγο έχει απασχολήσει τους ερευνητές, κι αυτό μόνο για να αντλήσουν στοιχεία που θα τους βοηθούσαν να προσδιορίσουν τη θέση διαφόρων βυζαντινών κτισμάτων, κυρίως ναών και μοναστηριών. Ακόμη και παλαιοί ερευνητές και περιηγητές, που έζησαν στην τουρκοκρατία και γνώρισαν τη Θεσσαλονίκη της εποχής εκείνης, πολύ λίγες πληροφορίες προσφέρουν για τη μορφή της σύγχρονής τους πόλης`. Έτσι η παρούσα μελέτη του κ. Βασίλη Δημητριάδη έρχεται να καλύψει ως προς το σημείο αυτό ένα πραγματικό κενό.
Ο κ. Βασίλης Δημητριάδης εργάστηκε με εφόδια τις βαθειές του γνώσεις, την επιστημονική του κατάρτιση και τη μεγάλη του εμπειρία, σε μια προσπάθεια να αποδώσει το πολεοδομικό και μνημειακό πρόσωπο της Θεσσαλονίκης και τις ριζικές του εναλλαγές κατά την τουρκοκρατία. Η αλληλουχία αυτή των εναλλαγών είναι πολυκύμαντη και σταθμική, ανάλογα με τις μεταβολές που έχει υποστεί η `πρώτη μετά την πρώτην` πόλη της βυζαντινής αυτοκρατορίας. Η μετάπτωση από την ελευθερία στη δουλεία, με έναν κυρίαρχο που έφερε μαζί του δομές διοίκησης, οικονομίας και τρόπου ζωής τελείως διάφορους, ήταν επόμενο να αλλάξει την πολεοδομική υφή και την τοπογραφία κατά τρόπο άμεσο και ριζικό.
Μεταβολές επιβλήθηκαν κατόπιν και από τις άλλες συνθήκες. Τα πληθυσμιακά ρεύματα και οι επαναστάσεις σημάδεψαν αποφασιστικά τη ζωή της πόλης κατά τα 500 χρόνια της τουρκοκρατίας. Μεταξύ αυτών είναι η κατά καιρούς συρροή προσφύγων, η συνεχής εναλλαγή του τρόπου της ζωής που επιβαλλόταν από τις εξελίξεις των κοινωνικών, πολιτικών και πολεμικών διακυμάνσεων και από τις μεταβαλλόμενες συνθήκες στην παραγωγή και την οικονομία.
Έτσι στην ίδια γη κατά τη μισή χιλιετία έχουμε ένα πλήθος όψεων σε μορφές εποπτικών εικόνων πολεοδομικής συγκρότησης, οικοδομημένης επιφάνειας και χωροταξικής διάταξης, καθώς και εξέλιξης και διαφοροποίησης μνημείων. Το έργο λοιπόν του ιστορικού και ερευνητή στην τοπογραφία επιδιώκει την έξοδο από έναν πραγματικό δαίδαλο που επιτείνεται από τις ανεπαλήθευτες παραδόσεις και ερμηνείες των περασμένων εποχών. Από τον τοπογραφικό και πολεοδομικό αυτόν δαίδαλο και από τη σύγχυση που επικρατεί ως προς την εναλλαγή των όψεων της Θεσσαλονίκης στα χρόνια αυτά επιδιώκει να μας απαλλάξει ο Βασίλης Δημητριάδης. Με όργανα τη μελέτη, την αντιπαράθεση, τη σύγκριση, την επιστημοσύνη, την αφοσίωση στην ιστορική αλήθεια και στην ανταπόκριση των στοιχείων προς την πραγματικότητα, μας παρουσιάζει καρπό μόχθου το παρόν έργο. Τούτο είναι όμως ταυτόχρονα και αποτέλεσμα της αναμφισβήτητης αγάπης που τρέφει για την πόλη και τους ανθρώπους της, την αιώνια Θεσσαλονίκη και το πλήθος των κατοίκων της.
Η Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών πιστεύει ότι η ευγενική, ωραία και επίμοχθη προσφορά του κ. Δημητριάδη, θα συμβάλει στο να προχωρήσουν οι έρευνες ακόμη περισσότερο προς την ίδια κατεύθυνση και να ανιστορηθεί πληρέστερα η ροή της ζωής της Θεσσαλονίκης. Είναι τόσο απαραίτητη όχι μόνον για την επιστήμη της ιστορίας, αλλά και για την παράδοση και γνώση της ιδιαίτερης ταυτότητας της πόλης και των ανθρώπων της. Εξάλλου η προσφορά αυτή του συγγραφέα προσλαμβάνει ιδιαίτερη αίγλη και επικαιρότητα, αφού σε δύο χρόνια η Θεσσαλονίκη θα πρέπει να γιορτάσει την επέτειο των 2.300 χρόνων της συνεχούς ζωής της στον κόσμο ως μεγαλούπολη και φωτοδότρα πολιτισμού. Χρίστος Λαμπρινός, Γενικός Γραμματέας Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών
[Απόσπασμα από το κείμενο του προλόγου]