Ο τόμος αυτός δεν αποτελεί ένα επιστημονικό έργο με την κλασική του έννοια, αλλά ένα μεθοδολογικό εργαλείο οργάνωσης και διαχείρισης ενός Οργανισμού Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Ο ρόλος ενός πανεπιστημιακού δασκάλου δεν πρέπει να περιορίζεται στα τυπικά διδακτικά του καθήκοντα και στην επιστημονική μελέτη, αλλά είναι επιβεβλημένο να βρίσκεται μέσα στην κοινωνία, να ενημερώνεται για τις εξελίξεις και, στο μέτρο των δυνατοτήτων του, να τις επηρεάζει θετικά.
Η πολύχρονη ενασχόλησή μας με το θεσμό της Τοπικής Αυτοδιοίκησης είχε ως αποτέλεσμα να έρθουμε πιο κοντά στα προβλήματά της και να οδηγηθούμε στο ασφαλές συμπέρασμα, πως ένα μεγάλο μέρος αυτών οφείλεται στην πλημμελή οργάνωση των υπηρεσιών της και στην ασάφεια ή αλληλοεπικάλυψη των αρμοδιοτήτων τους.
Η γραφειοκρατία αναπαράγει την αναποτελεσματικότητα της διοίκησης και οδηγεί σε φθορά το προσωπικό της καθώς και σε παρεμπόδιση ανάπτυξης σημείων επαφής με τους πολίτες. Η γραφειοκρατική αναποτελεσματικότητα παράγει και κοινωνική απάθεια στο χώρο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Αυτή την απάθεια ζητούμε να μετατρέψουμε σε ενεργό συμμετοχή, αφού πιστεύουμε πως δεν έχει τόση σημασία, πόσο κοντά στον πολίτη και πόσο καλά εξυπηρετείται από τις υπηρεσίες της. Σ’ αυτήν ακριβώς την καλύτερη εξυπηρέτηση του πολίτη-δημότη φιλοδοξεί να συμβάλει ο τόμος αυτός, προτείνοντας σύγχρονες μεθόδους ποιοτικής διοίκησης που θα αναβαθμίσουν τις παρεχόμενες υπηρεσίες. Η αναβάθμιση αυτή αποτελεί επιταγή και όχι επιλογή, εφόσον κατευθύνεται στη βελτίωση των σχέσεων Δήμου και δημοτών. Η ποιότητα της σχέσης αυτής δικαιώνει ή όχι την αποστολή των διοικητικών υπηρεσιών και επιτυγχάνει ή όχι την κοινωνική καταξίωση των στελεχών τους.