Από το 1604 έως το 1607 ο Οταβιάνο Μπον διαμένει στην Ισταμπούλ ως βαΐλος, εκπρόσωπος των βενετικών Αρχών. Στο θρόνο βρίσκεται ο πολύ νεαρός σουλτάνος Αχμέτ Α` και η αποστολή του Μπον κρίνεται εξαιρετικά σημαντική τόσο σε διπλωματικό όσο και σε εμπορικό επίπεδο. Στο διάστημα αυτό καταγράφει με τη σχολαστικότητα ενός οξυδερκούς όσο και ευαίσθητου παρατηρητή τη ζωή στο μυθικό σαράι Τοπκαπί.
Από όλες τις αναφορές Δυτικών διπλωματών και περιηγητών μεταξύ του 1453 και του τέλους του 17ου αιώνα, η αναφορά του Μπον είναι η πλέον έγκριτη, αφού αξιοποίησε έγκυρες πηγές - ανώτερους Οθωμανούς αξιωματούχους και μέλη της ουλέμα, της ισλαμικής θρησκευτικής ιεραρχίας.
Αν και δεν επισκέφτηκε ποτέ το χαρέμι - άδυτο για κάθε άντρα εκτός από τους ευνούχους -, ο Μπον κατάφερε να διεισδύσει σε αυστηρά ιδιωτικούς χώρους του σαραγιού, όπου επιτρεπόταν η είσοδος μόνο στους ανώτατους αξιωματούχους της Αυλής του σουλτάνου. Σε μια γλαφυρή, γοητευτική αφήγηση, γεμάτη εντυπωσιακές λεπτομέρειες, καταγράφει μια ποικιλία θεμάτων: τα πολυτελή διαμερίσματα του σουλτάνου, των γυναικών και των πασάδων το χαρέμι· τις ακροάσεις των Δυτικών πρεσβευτών το μενού στα επίσημα γεύματα· τη στρατολόγηση των ατζαμογλάνηδων, των νεαρών χριστιανών που συγκεντρώνονται στην Κωνσταντινούπολη μετά το παιδομάζωμα· τους βεζίρηδες, τους αγάδες, τους λευκούς και τους μαύρους ευνούχους· τους γελωτοποιούς και τους μουγκούς που ψυχαγωγούν τον σουλτάνο· τις τελετές του Μπαϊραμιού, της μεγάλης θρησκευτικής γιορτής του Ισλάμ.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]