Ο κόσμος παραπονείται για το σύστημα δικαιοσύνης μας και το πώς αντιμετωπίζει όσους διαπράττουν αδικήματα. Όταν δεν παραπονείται η κυβέρνηση για την επιείκεια που δείχνουν οι δικαστές, μεμψιμοιρεί ο Τύπος για τους βιαστές που δεν τιμωρούνται καταπώς πρέπει ή γιατί απελευθερώνονται πρόωρα κρατούμενοι στις φυλακές. Επίσης, συχνά διατυπώνονται προτροπές να φυλακίζονται περισσότεροι εγκληματίες και προβλέπονται μεγάλες καταστροφές αν το δίκαιο συνεχίσει την προσπάθειά του για την εξεύρεση ισορροπημένων λύσεων.
Το παρόν είναι ένα διεπιστημονικό δοκίμιο. Εξετάζει την τέχνη και ιδίως τη λογοτεχνία παράλληλα με το δίκαιο και εκφράζει ορισμένες σκέψεις για το πώς προσεγγίζουν αυτοί οι δύο κλάδοι, με τις ιδιαίτερες αλλά συσχετιζόμενες μεθόδους τους, τις έννοιες του «καλού» και του «κακού». Πλήρες λεπτομερειών, διερευνά το πώς οι δύο κλάδοι γνώσης ασχολούνται με αυτές τις έννοιες, γιατί η λογοτεχνία σε πολλές περιπτώσεις προσδίδει μεγαλείο στην προσωπικότητα του κακού, βασίζεται, ωστόσο, στην πραγματική ζωή, και πώς οι αντιλήψεις μας για το καλό και το κακό αλλάζουν συν τω χρόνω. Παρόλο που ο ένας κλάδος δεν μπορεί να επηρεάσει τη συλλογιστική διαδικασία του άλλου, το παρόν βιβλίο, που απευθύνεται στον γενικά καλλιεργημένο αναγνώστη, αποτελεί έκκληση για μια ευρύτερη ουμανιστική παιδεία.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]