Το ενδιαφέρον για τη λεγόμενη παραδοσιακή αρχιτεκτονική ξεκίνησε στον ευρωπαϊκό χώρο από το 19ο αιώνα ως μια από τις προεκτάσεις του μεγάλου ρεύματος του ρομαντισμού. Στην Ελλάδα, δείγματά του έχουμε αρκετά αργότερα, από τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα, στα πλαίσια κυρίως των αναζητήσεων της Λαογραφίας, αλλά την ίδια περίοδο περίπου άρχισαν να επισημαίνονται και οι καθαρά καλλιτεχνικές αξίες της παραδοσιακής αυτής οικοδομικής τέχνης με την οπτική της ιστορίας και της αισθητικής της αρχιτεκτονικής. Από τότε, πολλές μελέτες γύρω από αυτή είδαν το φως, τόσο από λαογράφους όσο και από αρχιτέκτονες, οι οποίες ανεξάρτητα από την όποια άλλη επιστημονική αξία τους είναι πολύτιμες για μας σήμερα λόγω του πρωτογενούς υλικού που έχουν διασώσει, το οποίο διαφορετικά θα είχε, κατά το μεγαλύτερο μέρος, χαθεί. Κατά κανόνα όμως είναι αποσπασματικές, ασχολούμενες με περιορισμένης έκτασης τοπικές εκφάνσεις του αντικειμένου - άλλοτε με μία περιοχή, άλλοτε με ένα μόνο οικισμό και άλλοτε με ένα μεμονωμένο κτήριο -, και μάλιστα επιλεγμένες κατά τρόπο τελείως ανισοβαρή γεωγραφικά και με ετερογενή κριτήρια. Έτσι, υπάρχουν ορισμένες περιοχές που η ιδιαίτερη αρχιτεκτονική παράδοσή τους έχει κινήσει επανειλημμένα την προσοχή των μελετητών και είναι ήδη αρκετά γνωστή, ενώ για τις περισσότερες άλλες παραμένει ακόμη λίγο έως εντελώς άγνωστη. (. . .)
[Απόσπασμα από το κείμενο της εισαγωγής της έκδοσης]