Όταν ο Nikolae Iorga στη δεκαετία του 1930 επέλεγε να προτείνει το ερμηνευτικό σχήμα του «Βυζαντίου μετά το Βυζάντιο», σχήμα τόσο αγαπητό και στη νεοελληνική ιστοριογραφία, διόρθωνε στην πραγματικότητα κάποια προβληματικά σημεία του ρουμανικού εθνικού παρελθόντος σε σχέση με τους Σλάβους. Η θέση όμως για τη συνέχεια μεταξύ Βυζαντινής και Οθωμανικής αυτοκρατορίας, γιατί αυτό συνεπάγεται το «Βυζάντιο μετά το Βυζάντιο», αποτέλεσε τη βάση για να διατυπωθούν αποκλίνουσες αφηγήσεις σε πολλές βαλκανικές ιστοριογραφίες καθ’ όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα - αποκλίνουσες συγκριτικά με το σχήμα συνέχειας που είχαν διαμορφώσει, με πολύ κόπο είναι αλήθεια, οι κύριοι εκπρόσωποι του εκάστοτε εθνικού ιστοριογραφικού κανόνα.
Είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον ότι αυτές οι αποκλίσεις παρήχθησαν κατά κύριο λόγο στο διανοητικό περιβάλλον της Κωνσταντινούπολης-Βυζαντίου.
Το `Βυζάντιο μετά το Έθνος` λοιπόν δεν αποτελεί μόνο μια προσπάθεια να αντιμετωπιστεί συγκριτικά η διπολική σχέση κανόνα και απόκλισης στις περιπτώσεις της ελληνικής, της βουλγαρικής και της αλβανικής ιστοριογραφίας· οόυτε μόνο να διαπιστωθεί το βάρος της μεταθεωρητικής της κληρονομιάς στις περιπτώσεις της ρουμανικής και της τουρκικής. Αποτελεί εν τέλει μια απόπειρα να εντοπιστεί η επιρροή του αυτοκρατορικού μοντέλου στη διαμόρφωση των εθνικών κρατών στο χώρο των Βαλκανίων, του σχήματος δηλαδή της `συνέχειας των αυτοκρατοριών` πάνω στο σχήμα της `εθνικής συνέχειας`.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]