Για να ερμηνευθεί σωστά το φαινόμενο της Ελληνικής Επανάστασης, μέσα στο πρώτο τέταρτο του 19ου αιώνα, σε μια εποχή δηλαδή που ο ευρωπαϊκός χώρος συγκλονιζόταν από παρόμοια γεγονότα με εθνικοαπελευθερωτικό χαρακτήρα, πρέπει να εξεταστούν οι υπερεθνικές ιδεολογίες και κοινωνικές ρίζες του και οι εσωτερικές προϋποθέσεις μέσα στη σκλαβωμένη χώρα που οδήγησαν στην έκρηξη του ένοπλου αγώνα των Ελλήνων. Κίνητρο αλλά και κινητήρια ηγετική δύναμη της Επανάστασης του 1821 στην Ελλάδα είναι η αστική τάξη, η ιδεολογία της και τα ιστορικά γεγονότα της πορείας της προς την πολιτική εξουσία. Γύρω από το πρόβλημα των κινήτρων και της κινητήριας δύναμης της Επανάστασης επικράτησαν στην προοδευτική ιστοριογραφία μας αντιλήψεις λαθεμένες, που παραγνώριζαν το ρόλο της αστικής τάξης στην Ελλάδα ως πρωτοποριακής επαναστατικής δύναμης και, ξεχνώντας ότι καμία επανάσταση δεν πραγματώνεται χωρίς την ηγεσία μιας πρωτοπόρας τάξης, που καλείται από την ιστορία να πρωταγωνιστήσει στην κοινωνική αλλαγή, υποστηρίχτηκαν λαϊκίστικες απόψεις που έδιναν το προβάδισμα στην έννοια «λαός», αφηρημένα και γενικά, κι όχι με τη σημασία μια σύμμαχης ομάδας τάξεων που δρα ενιαία για την κοινωνική αλλαγή. Η άποψη εκείνη, που παραγνώριζε και μηδένιζε το ρόλο της αστικής τάξης στον τόπο μας κατά την Επανάσταση, μας οδήγησε πολύ κοντά στη θεωρία του «αυθόρμητου» και ξεμάκρυνε την έρευνα από τη σωστή κοινωνική της βάση.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]