Η μελέτη μου στις πλείονες των Δοκιμίων του Σεφέρη ξεκίνησε ως μια ολιγοσέλιδη ανακοίνωση σε συνέδριο και έφτασε όπως κατέληξε. Παρασύρθηκα στο δρόμο, διότι ο Σεφέρης με αιφνιδίασε και οι «Δοκιμές» του καταχωρούνται ανάμεσα στα μεγάλαθλα άθλα του ελληνορωμέηκου πολιτισμού. Δεν περίμενα ποτέ πως ένας «λογοτέχνης» του καιρού μας -μπολιασμένος μάλιστα με μπόλικο περί λογοτεχνίας δυτικό μόσχευμα- θα είχε ως μόνιμή του εγρήγορση το πολίτευμα, το πολιτεύειν του καθ` ημάς Τρόπου (αν και το προηγούμενο του Αισχύλου ή του Ακαθίστου Ύμνου θα έπρεπε να με είχε φρονηματίσει). Όντως, στις περισσότερες Δοκιμές του αναζητεί τον Τρόπο, με τον οποίο καταστρώνουμε εμείς το πολίτευμα. Διττώς δε και μεγαλοφυώς: αφ` ενός μεν δείχνει και αποδεικνύει την διαχρονική αργόσυρτη ενότητα του συνόλου του ελληνικού τρόπου, προτυπωτικού, προχριστιανικού και χριστιανικού, αφ` ετέρου δε ερανίζει τα πάντα σχεδόν, λόγια και λαϊκά στοιχεία, τα οποία ορίζουν σε μας την Πολιτεία, και τα ενσωματώνει με ανέκπτωτη επιστημοσύνη στη δική του αναδιατύπωση. Έγραψα «τα πάντα σχεδόν». Ναι, διότι παιδί της δυτικόπληκτης παιδείας της εποχής του, ο Σεφέρης δείχνει -και έτσι μοιάζει να είναι- ότι δεν έχει γνώση συστηματική της λογίας ορθοδόξου γραμματείας, ενώ σ` όλα τα άλλα ελληνίζει αυθεντικώς. Είναι όμως εκπληκτικό το πόσο, αυτός ο δυτικοτραφής μεγαλονοικοκύρης από τα Βουρλά της Σμύρνης, έχει ενσωματώσει τη λαϊκή ευσέβεια της Ορθόδοξης εκκλησιαστικής σύνταξης, και μέσα από τούτη την εκ λαού πρόσληψη συναντιέται αρρήκτως και αυθιγενής με το, κατά τον Κωστή Μοσκώφ, «όλον Σώμα» του Τρόπου μας. (. . . )
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]