Ο γάμος αποτελεί το θεόσδοτο μυστήριο-χάρισμα για μια υγιή ψυχοσωματική κοινωνικότητα δύο ανθρώπων που συμπορεύονται για να κατακτήσουν το πιο ασφαλές καταφύγιο, δηλαδή την ποθητή συζυγική εστία, με προοπτική την αιωνιότητα.
Η συγκρότηση και διατήρηση του «κοινού βίου» οριοθετείται στην καθημερινότητα και περνά σαν «από θάλασσες που μαίνονται από βίαιους άνεμους και άγρια κύματα», για να καταλήξει σε μορφή ολοκληρωμένη και πολλαπλώς σμιλευμένη.
Ο ιερός Χρυσόστομος, βαθύς γνώστης της ανθρώπινης ψυχής όσο και εμβριθής επιστήμονας των μυστικών της θείας σοφίας νοημάτων, συνθέτει, αναλύει, ενθαρρύνει, παιδαγωγεί και προτρέπει τους συζύγους να ανακαλύψουν έναν καινούριο τρόπο ύπαρξης, την όντως μυστηριακή ζωή της συζυγίας, την «κατ` οίκον Εκκλησία». Ο γάμος είναι ένα εκκλησιαστικό γεγονός κοινωνίας όπου διασφαλίζεται η απόλυτη ισοτιμία του άντρα και της γυναίκας και γίνεται βίωμα η χαρά και η ευλογία της σαρκικής-σεξουαλικής ηδονής με ασκητική-πνευματική διάθεση σε περιπτώσεις καθορισμένες από τη φυσική ανάγκη και την ψυχολογική αιτιότητα. Η λειτουργία της αποδοχής και κατανόησης ανατροφοδοτεί τη συζυγική-αγαπητική συμβίωση και η τεκνογονία αποτελεί καρπό αγάπης και ωριμότητας, και όχι αποτέλεσμα απλής σεξουαλικής και βιολογικής αναγκαιότητας.
Η μοναδική και ανεπανάληπτη παιδαγωγική σκέψη του ιερού Χρυσοστόμου προτρέπει εν προκειμένω με διδαχές τους συζύγους να είναι συνεπείς και ευαίσθητοι στις σχέσεις τους, ώστε ο νους και η καρδιά του άντρα και της γυναίκας να στρέφονται σε αλήθειες ομορφιάς και αρετής, ως συνέπεια των χαρισμάτων του μυστηρίου τους.
Αν η συζυγία σήμερα έχει παύσει να είναι πορεία αμοιβαίας εμπιστοσύνης και κοινού πνευματικού αθλήματος, αυτό οφείλεται στις εγωιστικές απαιτήσεις των δύο με τα γνωρίσματα κινούμενης άμμου.
Ίσως είναι καιρός να θέσουμε ως κριτήριο των σχέσεών μας ως συζύγων τη φιλάνθρωπη θεολογία περί γάμου, έρωτος και τεκνογονίας του ιερού Χρυσοστόμου, που φαντάζει τόσο επίκαιρη σήμερα όσο ποτέ άλλοτε. Ας ακούσουμε, λοιπόν, τον ιερό Πατέρα της Εκκλησίας και τον μεγάλο «Θεολόγο του γάμου». Πρεσβύτερος Ηλίας Γ. Διακουμάκος
[Απόσπασμα από το κείμενο του προλόγου]