...Η γενική εντύπωση μάλλον είναι ότι έχουν αναλυθεί πια όλα όσα αφορούν στις σχέσεις γονιών και παιδιών. Για ποιο λόγο να γραφτεί ένα ακόμα βιβλίο; Αυτό που συνεχώς αντιμετωπίζουμε στη ΓΡΑΜΜΗ - ΣΥΝΔΕΣΜΟ είναι η έλλειψη εμπιστοσύνης που έχουν οι γονείς στην αξία της επικοινωνίας με τα παιδιά τους.
`Γιατί λέτε εσείς ότι το κάνει αυτό;` μας ρωτούν συχνά οι γονείς... Και μοιάζουν να εκπλήσσονται και να αιφνιδιάζονται από την απάντηση: `Τον έχετε ρωτήσει;` `Το έχεις συζητήσει αυτό με τους γονείς σου;` ρωτάμε εμείς τα παιδιά που μας καλούν προβληματισμένα για κάτι. `Όχι βέβαια..`, απαντούν αυτά με φυσικότητα, σαν να είναι αναμενόμενο το γεγονός ότι οι προβληματισμοί τους δεν αφορούν τους γονείς. Τι συμβαίνει λοιπόν; Γονείς και παιδιά έχουν ξεχάσει την τέχνη του διαλόγου ή έχουν χάσει την πίστη τους σε αυτή; Είμαστε όλοι τόσο πια απασχολημένοι που δεν διαθέτουμε χρόνο ο ένας για τον άλλο, ακόμα κι όταν πρόκειται για τα ίδια μας τα παιδιά;
Έχουμε τόσο αποπροσανατολιστεί, ώστε να καλύπτουμε τα συναισθηματικά μας κενά με έναν άκρατο καταναλωτισμό, με την εξασφάλιση της `τέλειας` μόρφωσης, με το εξωτερικό `βερνίκι` της πολιτισμένης ανατροφής και της καλλιέργειας, αλλά την ίδια στιγμή τα παιδιά να μεγαλώνουν μόνα; Μήπως διαβάσαμε πολλά βιβλία, μάθαμε τι `πρέπει` να κάνουμε ως γονείς και αναλώσαμε πολλές ώρες κάνοντας κηρύγματα στα παιδιά, αλλά χωρίς να ακούμε αρκετά απ’ όσα έχουν αυτά να μας πουν; Παρά το ότι τα παιδιά είναι μάρτυρες της καθημερινότητάς μας μέσα στην οικογένεια, γιατί δεν τους απευθύνουμε το λόγο; Εντέλει τα παιδιά έχουν ανάγκη να επικοινωνήσουμε μαζί τους: να τα ακούσουμε και να τα συντροφέψουμε με τις κουβέντες μας πολύ περισσότερο από τις υλικές φροντίδες που τους παρέχουμε...
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]