Τα διηγήματα της Πρωτοχρονιάς, όπως και όλα τα εορταστικά διηγήματα του Παπαδιαμάντη - των Χριστουγέννων, των Φώτων, της Λαμπρής - είναι μια ευκαιρία για τον συγγραφέα να αντλήσει από τον κόσμο των θρησκευτικών του αναμνήσεων, με την κατανυκτική συνείδηση «ενός παπαδόπαιδου γεμάτου θύμησες και ενός συγγραφέα γεμάτου πίστη». Μέσα από αυτά, το «Γούτου Γουπάτου», το «Σημαδιακό», την «Ντελησυφέρω», τα «Λιμανάκια» και άλλα, εορταστικός, πανηγυριστής, θρησκευόμενος, μαζί με τους απλοϊκούς και ανυποψίαστους συντοπίτες του, που στέκουν πάντα ανάμεσα στη φύση, μας απεικονίζει ανάγλυφα την εποχή του και τους ανθρώπους της: ανέμελα παιδιά, ψαράδες και μαυρομαντιλούσες, ορφανά και ταβερνομπακάληδες, ξωμάχους, θαλασσινούς και πονεμένες φτωχομάνες. Στους γιαλούς ή στα σοκάκια της Σκιάθου, στις εκκλησιές ή στη μανία της θάλασσας, στα γραφικά ξωκλήσια, παντού αναζητεί τον Άνθρωπο. Και παντού υπάρχει διάχυτη η απλότητα, η ομορφιά και η καλοσύνη.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]