Στο ζήτημα που εξετάζεται στον παρόντα τόμο κυριαρχεί μια στείρα κατανόηση των θεσμών. Μια πρόσληψη τους που αποβαίνει αδιέξοδη και θα μπορούσε να χαρακτηριστεί "αυτιστική", αφού η ευθύνη μετακυλύεται από το Συμβούλιο Επικρατείας στην κυβέρνηση και το νομοθέτη και, τανάπαλιν, από την κυβέρνηση και το νομοθέτη στο Συμβούλιο Επικρατείας, την τελευταία φορά μάλιστα με τη διαμεσολάβηση του συντακτικού νομοθέτη. Πρόκειται κατά κυριολεξία για ένα θεσμικό διάλογο "κωφών". Το αποτέλεσμα αυτής της αμφίδρομης επαναλαμβανόμενης πορείας είναι ωστόσο μηδενικό. Και σήμερα ισχύουν ουσιαστικά όσα πριν από δώδεκα περίπου χρόνια.
Οι αρνητικές συνέπειες της θεσμικής ασφυξίας που περιγράφονται σε αδρές γραμμές για τα πολεοδομικά μας πράγματα είναι ανυπολόγιστες. Με την κατάσταση που επικρατεί ματαιώνεται εκ των πραγμάτων κάθε σοβαρή προσπάθεια εξορθολογισμού και βελτίωσής τους. Εκτός αυτού, αναιρείται στην πράξη η ασφάλεια δικαίου, που αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο κάθε ευνομούμενης πολιτείας, και διαιωνίζεται η αυθαίρετη δόμηση.