Ο Μπέκετ με τη γνωστή, λιτή μα καταλυτική γραφή του, μιλάει για τον έρωτα, για το χρόνο που κυλάει, για το μάταιο τόσων πραγμάτων που κάνουμε θεωρώντας τα σπουδαία, για το θάνατο. Πάντα με κείνη την τρυφερότητα και συνάμα με κείνον το σαρκασμό, που γνωρίζουμε απ` τον πεζό και το θεατρικό του λόγο.
Η ποίησή του είναι συμπυκνωμένη. Κάθε λέξη, κάθε στίχος, κάθε τετράστιχο εκφράζουν αυτά που απασχολούν τη σκέψη όλων των ευαίσθητων ανθρώπων. Μάλιστα θα μπορούσαμε να πούμε για το ποιήματα της δεύτερη ενότητας, που τα περισσότερα δεν ξεπερνούν τους τέσσερις ή έξι στίχους και στέκουν σαν γνωμικά ή στιγμιαίες σκέψεις του Μπέκετ, ότι είναι ασκήσεις διανοητικής αναπνοής. Αν και σίγουρα ταιριάζει καλύτερα ο πικρός αυτοσαρκαστικός χαρακτήρας του ίδιου του Μπέκετ: Σαχλοκουβέντες.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]