Για τους Έλληνες, η εμμονή της Δύσης στην εικόνα του κλασικού πολιτισμού θέτει ένα οδυνηρό δίλημμα: σε ποιο βαθμό πρέπει να προσπαθήσουν να ανταποκριθούν στις αξιώσεις της; Έτσι και αλλιώς, υπάρχουν δύο ανταγωνιστικές θεωρήσεις για την Ελλάδα. Η μία, η «ελληνίζουσα», θεμελιωμένη στο συσσωρευμένο υλικό της ευρωπαϊκής επιστήμης, απευθύνεται σ` εκείνους που υποστήριξαν την ελληνική υπόθεση στο εξωτερικό ή την έθεσαν στην υπηρεσία των συμφερόντων διαφόρων ελίτ. Η άλλη, η «ρωμαίικη», αφορά την αυτογνωσία, την αίσθηση που έχει ένας Έλληνας για το τι σημαίνει στην πράξη να είσαι Έλληνας.
Δεν πρόκειται τόσο για μια διάκριση μεταξύ «ιδεώδους» και «πραγματικότητας», όσο για μια αντίθεση ανάμεσα σε δύο «πραγματικότητες», δύο ιστορικές και πολιτισμικές κατασκευές της ελληνικότητας. Για να αναδείξει τη σύγκρουσή τους, ο Μάικλ Χέρτσφελντ τις αναλύει σε όλες τους τις εκφάνσεις -εθνογραφικές, γλωσσολογικές, ιστορικές, λογοτεχνικές- , χωρίς να καταλογίζει κακή πίστη στους δημιουργούς τους. Κεντρικό θέμα της μελέτης είναι οι τρόποι, με τους οποίους κατασκευάσθηκε μια αίσθηση εθνικής ταυτότητας στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος, ειδικότερα δε η επιρροή ανταγωνιστικών ιδεολογιών στην επιλογή του σχετικού εθνολογικού υλικού. Πρόκειται, λοιπόν, για μια ιστορία της ιστορίας, αλλά και για μια εθνογραφία της θεωρίας του πολιτισμού.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]