`Ολίγο θα τον ξαναγγίξω. . .` Τον Καβάφη, και εννοώ την ποίησή του φυσικά. Εννοώ το σώμα των κειμένων του, στη διάρκεια της καλλιτεχνικής κατασκευής τους, μέχρι τις μετατροπές και το φινίρισμά τους με μια τελευταία πινελιά του ποιητή. (. . .) Η φράση, όπως είδαμε, ανήκει μέσω του αφηγητή στον ίδιον τον Καβάφη και τον αφορά ως ποιητή. Αλλά αφορά εξίσου και στον γράφοντα. Γιατί με αυτήν την εργασία μου επιχειρώ από πολύ κοντά ως κριτικός, μάλιστα ως κριτικός ποιητικής, να `θίξω` και την ύλη και τις διαδικασίες του καβαφικού εργαστηρίου, παρακολουθώντας συστηματικά τον ποιητή να επιδίδεται, σταδιακά στην επεξεργασία ποιημάτων του προορισμένων να ενταχθούν στην καθιερωμένη από τον ίδιον ως οριστική μορφή τους στον `Κανόνα` με τα εκατόν πενήντα τέσσερα ποιήματα (γραμμένα από το 1897 ως το 1933). (. . .)
[Απόσπασμα από το κείμενο του προλόγου]