Ο Ρίλκε (1875-1926) ξεκίνησε να γράφει τις «Σημειώσεις του Μάλτε Λάουριντς Μπρίγκε» το 1904 στη Ρώμη και το βιβλίο δημοσιεύτηκε το 1910. Ήταν το πεζογραφικό αντίστοιχο των «Νέων ποιημάτων» του (NeueGedichte) που είχαν δει κιόλας το φως το 1908. Και τα δύο βιβλία σημάδεψαν τον 20ο αιώνα στο ξεκίνημά του, σημάδεψαν όμως και τον συγγραφέα. Για 13 ολόκληρα χρόνια μετά από τα δύο αυτά αριστουργήματα ο Ρίλκε δεν μπόρεσε να δημοσιέψει σχεδόν τίποτα και κόντευε να πιστέψει πως θα έπρεπε να εγκαταλείψει οριστικά το γράψιμο.
Τι είναι οι «Σημειώσεις του Μάλτε Λάουριντς Μπρίγκε»; Είναι το πρώτο και ίσως το ωραιότερο μοντέρνο μυθιστόρημα. Δεν είναι τυχαίο που ο Ρίλκε ήταν ποιητής κι έτσι μπόρεσε, ακολουθώντας την ιδιοσυγκρασία του, να σπάσει την κυριαρχία του ρεαλισμού και του νατουραλισμού στον πεζό λόγο και να ανοίξει το δρόμο, πολύ πρώιμα, γι’ αυτό που ονομάζουμε «υπαρξιακή γραφή». Ένα μέλος της εξεζητημένης, κατακουρασμένης και απελπισμένης γενιάς των παρακμιακών Ευρωπαίων fin de siecle, Δανός αριστοκράτης από μεγάλη οικογένεια, 28 χρονών, ο Μάλτε Λάουριντς Μπρίγκε βρίσκεται στο παρίσι δίχως πόρους, αντιμέτωπος με τις φευγαλέες εικόνες των δρόμων, σύμβολα πόνου, φτώχειας, αρρώστιας, ασχήμιας, φρίκης και τρόμου μπροστά στο κενό και στην αναλγησία της μεγάλης πόλης. Όλα αυτά σ’ ένα απέραντο υφαντό χαλί με αναμνήσεις της παιδικής ηλικίας, δείπνα, άνθη πεσμένα από το φόρεμα χορού της μαμάς στο κρεβάτι ενός παιδιού που καίγεται από πυρετό, απογευματινές θερινές σκηνές στον κήπο, διαβάσματα, έρωτες, στίχους και πάλι τρόμο, ώρες θανάτου των προγόνων, εμφανίσεις πνευμάτων, ιερό δέος, και εξιδανίκευση της αγάπης που δε βρίσκει ανταπόδοση.
Η λεπτότατα χρωματοσκιασμένη αυτή ψυχογραφία, όπου, κάθε στιγμή, σύμφωνα με το λόγο του κεντρικού ήρωα Μάλτε, είναι πιθανό «με ένα βήμα η βαθύτερη δυστυχία μου να μετατραπεί σε ευδαιμονία», ευτύχησε να μεταφερθεί στα ελληνικά πριν από 40 χρόνια από τον Δημήτριο Στ. Δήμου με τρόπο τόσο λαμπρό ώστε σήμερα να έχει αξιώσεις πρωτότυπου λογοτεχνικού κειμένου. Εκτενείς πραγματολογικές σημειώσεις του μεταφραστή φωτίζουν αξεδιάλυτα για το σημερινό αναγνώστη σημεία, πρόσωπα και πράγματα.
Το εξώφυλλο αποτελεί μια σύνθεση από φωτογραφία του Eugene Atget που εικονίζει από το Παρίσι τη γωνία rue de l’Echaude, μέσα σε πλαίσιο που παραπέμπει σε διακόσμηση πορσελάνης φιλοτεχνημένο από τη Μαρίνα Αθανασίου.