Στις μέρες μας πολύ λόγος γίνεται για τα πορτρέτα του Φαγιούμ και πολύς ο θαυμασμός για τα εικαστικά αυτά μνημεία της ύστερης αρχαιότητας, που δείχνουν το μεγαλείο και το υψηλότατο επίπεδο της ελληνιστικής ζωγραφικής. Αναντίρρητα τα ζωγραφικά αυτά έργα, πολλά εκ των οποίων διακρίνονται για την ποιότητά τους και τις εκφραστικές τους αρετές, μαρτυρούν για την ελληνιστική παράδοση που επεβίωσε και στην διάρκεια της ρωμαϊκής περιόδου. Πολύ συχνά όμως παρατηρείται μια υπερβολή, όσον αφορά τη σχέση τους με τη βυζαντινή ζωγραφική των εικόνων. Κι αυτό, γιατί επιχειρείται μια ενοποίηση της ελληνιστικής ζωγραφικής και της αντίστοιχης βυζαντινής, και η κατάργηση ή η υπέρβαση της ιδιοπροσωπίας των δυο αυτών παραδόσεων. (. . .)
[Απόσπασμα από το κείμενο της εισαγωγής της έκδοσης]