(. . .) Άφησα τελευταία την αισθητική απόλαυση που μου προξενούν οι δημιουργίες του Ρίτσου. Δε μιλώ για τα επικαιρικά του ποιήματα, που -χωρίς να τα αποκρούω συλλήβδην- τα θεωρώ προϊόντα στρατευόμενης σκέψης, αλλά για όλα τ` άλλα, που μας αποκάλυψαν το πρόσωπο και την ψυχή της Ελλάδας. Η πνοή του ποιητή σήκωσε έναν άνεμο όπου αιωρούνται θρύμματα από τη φλούδα της γης μας, σπόροι από τη βλάστησή της και σπίθες του ουρανού της. Χωρίς την ευγλωττία του Ρίτσου, οι Έλληνες θα είχαν ξεμάθει να ονομάζουν μεγάλο μέρος από τα πράγματα που έχουν μπρος στα μάτια τους. Κατά την πρόοδο της συγγραφής μου, απέφυγα τις επί μέρους παρατηρήσεις, όμως το πλήθος τα αποσπάσματα και οι περιλήψεις των εκτενών ποιημάτων που παρέθεσα επιτρέπουν στον αναγνώστη να προβεί σε δικές του κρίσεις και να εξαρθεί ενδεχομένως στη συνολική θέα του τεράστιου έργου. (. . .)
[Απόσπασμα από το κείμενο του προλόγου]