Σε τι συνίσταται εκείνο το στοιχείο ξενότητας που διατρέχει τη νιτσεϊκή γραφή και την κάνει να διακρίνεται από τα άλλα φιλοσοφικά κείμενα του δυτικού κανόνα; Απεκδυόμενο κάθε ετεροβαρή χαρακτηρισμό (`ποίηση` ή `επιστήμη`, `λογοτεχνία` ή `φιλοσοφία`, `μύθος` ή `λόγος`), το κείμενο του Νίτσε ενσωματώνει μια πολυειδία τρόπων και σχημάτων και αίρει όλα τα διαλεκτικά αντιθετικά ζεύγματα που υφαίνουν τον μεγάλο ιστό του δυτικού λογοκεντρισμού (φυσικό/τεχνητό, είναι/φαινόμενο, νοητό/αισθητό, ιδέα/εικόνα κ.ο.κ.), επιτάσσοντας έτσι την απερίσπαστη προσήλωσή μας στο ύφος του, ή, καλύτερα, στα ύφη του. Στο πλαίσιο αυτής της επιχείρησης αποσυγκρότησης του φιλοσοφικού λόγου ως υπερβατικού τόπου της αλήθειας, ο Νίτσε προκρίνει τη `μεταφορά` έναντι της `έννοιας` προκειμένου να καταδείξει, οριστικά και αμετάκλητα, πως ο φιλοσοφικός λόγος δεν συνιστά παρά ένα ρητορικό μόρφωμα, πως η ίδια η έννοια, την οποία η μεταφυσική παράδοση έθετε στον αντίποδα της μεταφοράς, δεν είναι παρά ένα σύνθεμα, μια συμπύκνωση μεταφορών που έχουν περιπέσει σε `λήθη` (. . .).
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]