(. . .) Η αμφίδρομη αυτή σχέση που συνδέει τον Χάυμ και το λογοτεχνικό του υλικό αντικατοπτρίζεται στην ωμή απεικόνιση της άθλιας καθημερινότητας των μεγαλουπόλεων, την οποία ο ίδιος είχε βιώσει από πρώτο χέρι στο Βερολίνο των αρχών του 20ου αιώνα. Οι συμβολικές και λυρικές προεκτάσεις του έργου του, γεννημένες από τη συνείδηση της ασχήμιας των πραγμάτων, η αδιαμφισβήτητη επίδραση του Νίτσε, του Μπωντλαίρ και του Ρεμπώ, η απεικόνιση τοπίων και χαρακτήρων που απηχούν άμεσα τις φωτοσκιάσεις των μαέστρων της φρίκης Φρανθίσκο δε Γκόγια και Γκυστάβ Ντορέ, αλλά και τη νοσηρή πολυχρωμία του Βίνσεντ Βαν Γκογκ και του Έντβαρντ Μουνκ, συνθέτουν ορισμένα από τα στοιχεία τα οποία δικαιολογημένα κατατάσσουν τα αφηγήματα του παρόντος τόμου ανάμεσα στα σημαντικότερα πεζογραφικά διηγήματα του πρώιμου γερμανικού εξπρεσιονισμού.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]