`Τα παιδιά είναι άγρια. Είμαστε βάρβαροι. Δεν πρέπει να το ξεχνάμε. Αυτό είναι το επαναλαμβανόμενο μήνυμα της Γιασμίνας Ρεζά. Είναι η φρικαλέα ανισορροπία ανάμεσα στη μικρότητα του ανθρώπου και τις φιλοδοξίες του, ανάμεσα στην υποβόσκουσα βαρβαρότητά μας και τη δυνατότητα της ομορφιάς του έργου τέχνης. Όμως σε τι ωφελεί η τέχνη, αν δεν βελτιώνει τον άνθρωπο, αν δεν τον κάνει να αναζητεί την τελειότητά του, παρά τον μεταμορφώνει σε όργανο ματαιοδοξίας;` (Geraldine Chabrier, Le Choc du Mois)
`Η Γιασμίνα Ρεζά λέει πιο πολλά για την κοινωνία μας, τους κομφορμισμούς της, τον σχολαστικισμό της, τη χίμαιρα μιας κουλτούρας `προπυργίου-κατά-της-βαρβαρότητας`, για τον ρατσισμό, για τη βία, από ό,τι οι βαθυστόχαστοι δοκιμιογράφοι του καιρού μας. Η Γιασμίνα Ρεζά είναι η καλύτερη συγγραφέας μας σύγχρονης δραματουργίας` (E. de Montety, Le Figaro litteraire).
Το κορυφαίο αυτό έργο έχει ως αφορμή τη συμπλοκή δυο εντεκάχρονων παιδιών σ` έναν τόπο παιχνιδιού, σε μια παρισινή πλατεία. Το έργο περιγράφει τη συνάντηση, σ` ένα αστικό διαμέρισμα, των δύο ζευγαριών που καλούνται να συζητήσουν τον τσακωμό των παιδιών τους, με τρόπο ώριμο και πολιτισμένο. Κατά τη διάρκεια της βραδιάς οι γονείς χάνουν τον έλεγχο, με αποτέλεσμα να αρχίσουν να συμπεριφέρονται οι ίδιοι σαν `παιδιά`. Καθώς κανείς από τους τέσσερις δεν αντέχει να αναλάβει το δικό του μερίδιο ευθύνης, οι χαρακτήρες συγκρούονται, εφευρίσκουν συμμάχους και ανακαλύπτουν τον εχθρό στο ίδιο τους το σπίτι. Τελικά θα εκραγούν, αναδεικνύοντας ως νικητή τον θεό της σφαγής. (...)
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]