Από γαλλικούς και γερμανικούς θρύλους και μεσαιωνικά τραγούδια δανείστηκε ο Τόμας Μαν την ιστορία του τελευταίου ολοκληρωμένου μυθιστορήματός του. Μυθιστορήματος που, όπως έλεγε ο ίδιος ο συγγραφέας, είναι "μια ιστορία χάριτος, αλλά και ένα καλαμπούρι με τον Θεό".
Ο Γρηγόριος, έκθετο παιδί, γόνος βαρύτατης αμαρτίας, αλλά και πολύ υψηλής γενιάς, ανατρέφεται από φτωχούς ψαράδες και από μοναχούς, γίνεται λαμπρός ιππότης και φοβερός πολεμιστής, δούκας έπειτα στην πατρίδα του τη Φλάνδρα. Όταν ο ίδιος καταλαβαίνει ότι έχει επαναλάβει το κρίμα των γονιών του, γυρεύει εξιλέωση στην ερημιά ενός βράχου στη μέση μιας λίμνης.
Εκεί θα τον βρουν αποκρισάριοι της Αγίας Έδρας, γιατί έχει επιλεγεί να φορέσει την παπική τιάρα. Η ανύψωση του αμαρτωλού είναι τέτοια που κατά την είσοδό του στην Αιώνια Πόλη ο αέρας δονείται από καμπάνες που σημαίνουν από δικού τους, χαιρετίζοντας τον νέο μεγάλο πάπα, τον Γρηγόριο της πέτρας, τον αμαρτωλό.
Ο Τόμας Μαν σε αυτό του το βιβλίο αστειεύεται με την ευλάβεια, την αμαρτία και τη μετάνοια, με την ανδρεία, την εκκλησία και την αγνότητα. Αστειεύεται όπως πάντα ήπια και σαν με συγκαταβατικό χαμόγελο. Δεν είναι όμως όλα αστεία όσα γράφει τούτο το βιβλίο.