Γιατί ένα έργο του Δον Ζουάν Ρουίζ ντε Αλαρκόν;
Είχα αναλάβει μια θεατρική προσαρμογή ενός έργου του Χρυσού Αιώνα για ένα Διεθνές Φεστιβάλ. Βυθίστηκα λοιπόν ξανά σε μιαν ανάγνωση που είχα εγκαταλείψει από τα φοιτητικά μου χρόνια. Ξαναβρήκα όλους τους "μεγάλους": τον Θερβάντες, τον Τίρσο, τον Καλντερόν και τον Λόπε... και ξαφνικά έπεσα πάνω στα κείμενα του Δον Ζουάν Ρουίζ ντε Αλαρκόν. Βρήκα σ` αυτά πολύ περισσότερη δροσιά από ότι στα έργα των συγγραφέων που θεωρούνται βεντέτες της εποχής. Επιπλέον, στόχος των πιο τυχερών ποιητών, αυτός ο καμπούρης, φτωχός, υπερήφανος, και μάλιστα καυχησιάρης... με άλλα λόγια γεμάτος ελαττώματα και προτερήματα, η προσωπικότητα του Αλαρκόν με τραβούσε με την αφοπλιστική ανθρωπιά της. Και τέλος, το τελικό ερέθισμα: ο Ρουίζ ήταν Μεξικανός, γεννημένος σε "αυτό τον νέο κόσμο" που μου φαίνεται -ή μήπως μιλά ο νοτιοα-μερικάνικος σωβινισμός;- ότι είναι πνευματώδης.
Παραγνωρισμένος, "αποικιοποιημένος" (σχεδόν όλες οι ανθολογίες τον τοποθετούν στην ισπανική λογοτεχνία), ο Αλαρκόν είχε επιπλέον την ατυχία να "υιοθετηθεί" από δύο "μεγάλους" συγγραφείς της άλλης πλευράς των Πυρηναίων: ο Κορνέιγ και ο Γκολντόνι πήραν, και οι δύο, το πιο επιτυχημένο έργο του "La Verdad Sospechosa" ως αφετηρία για κωμικά έργα. Διάβασα μάλιστα στον πρόλογο των κωμωδιών του Κορνέϊγ ότι αυτό το έργο ανήκε στον... Λόπε ντε Βέγκα.
Tο "Και οι τοίχοι έχουν αυτιά" είναι έργο ήσσονος σημασίας, αλλά χαριτωμένο. Τα μεγαλύτερα προτερήματα του είναι, δυστυχώς, μια πολύ ζωντανή γλώσσα και οι άνετοι και μουσικοί του στίχοι. Μη βρίσκοντας αξιόλογες μεταφράσεις στα Γαλλικά, προσπάθησα να κανω αυτή τη δουλειά μόνος μου, αλλά απογοητεύθηκα γρήγορα. Για να αποδώσω τον ήχο των Ισπανικών του Αλαρκόν, απαιτονται ικανότητες που δεν διέθετα. Επειδή, άλλωστε, η υπόθεση ήταν αρκετά συμβατική, όπως σε όλες "τις κωμωδίες πλοκής" της εποχής, αποφάσισα να μην προδώσω κατά το ήμισυ μόνο το έργο (προσπαθώντας να το σεβαστώ) αλλά να το προδώσω εξ ολοκλήρου, προσπαθώντας να βρω αυτό τον εσωτερικό ρυθμό και τη θεατρικότητα που μου άρεσαν τόσο πολύ σε αυτό.
Έβαλα τον Δον Ρουίζ ντε Αλαρκόν να συμμετέχει στη δράση διότι θεωρούσα ότι ο ρόλος του Δον Ζουάν ντε Μεντόζα φτωχού, άσχημου, καμπούρη) του ανήκε δικαιωματικά και ότι θα μπορούσε να εμπλουτιστεί με το πρόσωπο του συγγραφέα. Η αδιαφορία άλλωστε του Δον Ρουίζ όσον αφορά "τη λογοτεχνία" (περιφρόνησε τη λογοτεχνική ζωή και αφιερώθηκε προς το τέλος της ζωής του "στο εμπόριο", θεωρώντας το έργο του απλό "χόμπι") ενθαρρύνει αυτό το είδος ελευθερίας.
Είναι αλήθεια ότι ήταν μια εποχή κατά την οποία δεν έπαιρναν το θέατρο και πάρα πολύ στα σοβαρά, αλλά και που δεν τα πήγαινε κι άσχημα γι`αυτό τον λόγο..
(από τον πρόλογο του συγγραφέα)