(. . .) Ο κινηματογράφος του Ντίνου Δημόπουλου ίσως ορίζει τη βασική διαφορά ανάμεσα στην ευγένεια της κινηματογραφικής λαϊκότητας και τη βαρβαρότητα του λαϊκισμού. Μ` άλλα λόγια, δεν εκβίασε το γέλιο, το χαμόγελο, το δάκρυ ή τη συγκίνηση με φτηνά κόλπα. Είχε την αίσθηση της κινηματογραφικής ερμηνείας και τη δίδαξε στους ηθοποιούς, γνώριζε τη σημασία της φωτογραφίας, των σκηνικών. Οι ταινίες του είναι άρτιες από κάθε άποψη, έχουν ρυθμό, είναι (όσο κι αν η διατύπωση μοιάζει με παραδοξολογία) κινηματογραφικές ταινίες. Αυτές οι αρετές, με το πέρασμα του χρόνου, δίνουν στον Ντίνο Δημόπουλο μια ξεχωριστή θέση στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου. Εκείνα τα χρόνια που αυτός μόχθησε ήταν μια περίοδος πολύ σκληρή: όλα υπάκουαν σε ευκολίες και σκοπιμότητες, η ομοιογένεια και η συνταγή ήταν στοιχεία απαράβατα. Ορισμένοι κατάφεραν, στα πλαίσια του εφικτού, να παρακάμψουν αυτές τις νόρμες. Και γι` αυτό πρέπει να τους θυμόμαστε και να τους τιμούμε.
[Απόσπασμα από το κείμενο του προλόγου]