Ο Δημήτρης Νόλλας δεν απονευρώνει τις στιγμές των ανθρώπων ώστε να καταλήγουν υπαρξιακά παιχνιδίσματα φορτωμένα συμβολισμούς, «προεκτάσεις» και λοιπά ηχηρά πλην όμως κενότατα. Ο Νόλλας προσέχει κινήσεις και ευφρόσυνες μες στο ξάφνιασμα τους ατοπίες ή ανεξήγητες παραδοξότητες συμπεριφορών και τις συγκροτεί με μαεστρία σε λόγο αφηγηματικό, κρατώντας πάντοτε μέσα στη μυθική τους ανάπτυξη την πηγή και το κέντρο τους: το χαρακτήρα τους, όπως αυτός υπάρχει και είναι στο συγκεκριμένο τόπο και χρόνο. Τα πρόσωπα της `Νεράιδας της Αθήνας` και των έξι αφηγημάτων της `Πολυξένης`, είτε διαπιστώνουν τη συνάρτηση στοχασμού και ξυρίσματος είτε αναρωτιούνται «Που είναι η Ελλάδα;» ενώ βηματίζουν στη Μιχαήλ Βόδα είτε, παράλληλα με τις ιστορικές επιπτώσεις της Γιάλτας, υπολογίζουν και την απόσταση από το μισοκρυμμένο πεντακοσάρικο είτε. . . είτε. . . , όλα τα πρόσωπα της `Πολυξένης` απορούν και εξίστανται, ραδιουργούν - κυρίως νοητά - την προσωπική τους ιστορία μέσα στην Ιστορία τη μεγάλη, αγανακτούν κι ελπίζουν, πάντως έχουν όλα τους χιούμορ, ειρωνική διάθεση ασυμμάζευτη και έναν ιδιότυπο βηματισμό της καθημερινότητάς τους.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]