Οι εικόνες αντιστέκονται και καρτερούν. Αντιστέκονται στη φθορά γιατί είναι κάτι περισσότερο από έργα χειρών ανθρωπίνων. Είναι μορφές αγίων, μορφές γεγονότων της Θείας Οικονομίας, έργα που χέρια ανθρώπων με φόβο και συναίσθηση τύπωσαν, έγραψαν, αναζωγράφισαν ξανά και ξανά πάνω σε τοίχους, πάνω σε σανίδια, παντού.
Οι εικόνες είναι εκεί, ολόκληρες, μισοκατεστραμμένες, φθαρμένες, αβάστακτα παρούσες και περιμένουν. Υπομονετικά, ανυπόμονα άλλοτε προσκαρτερούν τους περιηγητές, τους προσκυνητές, τους ανθρώπους των πόλεων πέρα απ` τις θάλασσες και τις στεριές. Οι εικόνες, μάρτυρες της αδυσώπητης ροής χρόνου, του πόνου άρχοντα της ιστορίας, της περιπέτειας της αγιοσύνης, της καλής διαχείρισης της διάκρισης και της ευγένειας είναι πάντα εκεί, είναι πάντα εδώ. Στο αδιόρατο παρόν να προσκαλούν, να παρακαλούν, με νεύματα σιωπηλά και διακριτικά να καλούν σε πανηγύρι καλό και τιμητικό, σε τράπεζα κοινή, σε ευωχία και λαμπρή χαρά.
Κάθε ταξίδι για να ανταμώσουμε με τις εικόνες είναι ένα προσκύνημα σε όσα εκείνες δείχνουν και εκφαίνουν. Είναι συνάντηση αγαπητική με πρόσωπα που τίμησαν την αληθινή τους φύση, που αγάπησαν και πέθαναν και μαρτύρησαν για την καθολικότητα της αγάπης τους αυτής. Είναι ευλογημένη συνάντηση και μετοχή λειτουργική με τα γεγονότα που άλλαξαν την ιστορία και έδωσαν στον άνθρωπο άλλες δυνατότητες και τρόπους διαχείρισης των σχέσεών του διαφορετικούς. Κι ακόμη κάθε συνάντηση με τις εικόνες είναι μετάληψη στην των ανθρώπων απόπειρα να γράφουν ολοένα με τρόπους ζωγραφικούς καλούς και με το μεράκι και την αγάπη της καρδιάς των αγίων τις μορφές και τον κόσμο τους να ιστορούν αργοσέρνοντας μέσα στον χρόνο την αγιασμένη τους περιπέτεια και το χνάρι τους παρουσιάζοντας σε κάθε εποχή.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]