Το βιβλίο "Μεταποίηση σε στιγμές διαρκείας", με το παρενθετικό σε σύγχρονα δημοφιλή γκρίκλις (Greeklish) imiteleis: "Σύμβολα παλαιά/ υποκλίνονται σε νέα/ περιστρεφόμενη σκηνή/ πριν αναληφθούν/ στους ουρανούς", αποτελεί τη δεύτερη ποιητική συλλογή του Απόστολου Παλιεράκη.
Το φως ως αναγεννημένη ελπίδα, ως αντιδιαστολή του μαύρου που κυριαρχεί, ως πορεία στο άγνωστο αύριο, ή ως διάψευση: Είδα το φως και ήρθα/ Είχα κι εγώ/ μια σπίθα να προσθέσω/ Λάθεψα στην εκτίμηση/ Έλαμπαν παρωπίδες, επανέρχεται συχνά στα ποιήματά του. Ο Παλιεράκης μέσω των στίχων του μιλά με συστολή για όλα όσα μας ξεπερνούν: για τα παγωμένα χαμόγελα, την επομένη κρίση μελαγχολίας, την Τρίτη και δεκατρείς/ των ρέμπελων ψυχών, τα χαλκευμένα αρχεία της ιστορίας, την ερημιά της σκοτεινής έκφρασης. Εξοικονομώντας λέξεις/ συναισθήματα/ απορίες, άλλοτε περιγράφει τα στόματα σκιές π’ ανοίγουν για να καταπιούν όσους πηγαίνουν τοίχο τοίχο, άλλοτε τη στεγνωμένη ζωή "στα μανταλάκια αναμονής/ μιας κλήρωσης", και κάποτε -σε δεκαπεντασύλλαβο- τον όρκο των ανθρώπων που "σηκώνουν τα καλάσνικοφ και πείθονται κι οι πέτρες".
Ο Παλιεράκης δεν είναι απλός καταγραφέας, βιώνει επώδυνα τους στίχους, τις στροφές, τις λέξεις του, τις συμπονά τις προστατεύει, συμπάσχει μαζί τους, τις ερωτεύεται/ονειρεύεται. Ανάμεσα στο κοίλο του μισοφέγγαρου, στις λίμνες των ματιών της, στις κόρες-νησιά και στις αιώρες των βλεφάρων της, αισθαντικός αναγνώστης-ικέτης εκλιπαρεί: θάλασσα μείνε/ πίσω από δάκρυα/ μην τρέχεις.