(. . .) Έτσι, μακριά από την ατμόσφαιρα των πατριωτικών εξάρσεων και των ηρωικών υμνολογίων, ο Λουκής Λάρας, κατεξοχήν `αντιηρωική` μορφή των χρόνων του αγώνα, δεν συμμετέχει αλλά υφίσταται, δεν δρα αλλά συμμερίζεται τα κλέη και τις θυσίες αυτού του αγώνα-είναι ο άνθρωπος των μετόπισθεν που πάσχει, αγωνιά, υποφέρει αλλά έχει επίγνωση της μοίρας του και τη δέχεται αδιαμαρτύρητα και με αξιοπρέπεια. Δεν είναι τυχαίο ότι το ζεστό αυτό διήγημα-όπου κυριαρχούν οι ελάσσονες τόνοι, η καλοσύνη και η συναισθηματική ευγένεια ως την υπερβολή, η ήρεμη εγκαρτέρηση, εν τέλει `η ανθρωπιά`-έγινε τόσο δημοφιλές στα χρόνια του αλλά και αποτέλεσε έναν μικρό πλην στέρεο σταθμό στην πεζογραφία της εποχής του.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]