«Για τη μελέτη αυτή υιοθέτησα τον τίτλο που ο Σεφέρης σκόπευε να δώσει στο... `Κύπρον ου μ` εθέσπισεν`... Ή -όπως μετονομάστηκε αργότερα- `Ημερολόγιο Καταστρώματος Γ``. Οι κολόκες είναι αποξηραμένες κολοκύθες που χρησιμοποιούνται ως δοχεία στην Κύπρο. Η επιφάνειά τους είναι περίτεχνα χαραγμένη με γεωμετρικά σχέδια ή άλλα διακοσμητικά μοτίβα, με σατιρικές παραστάσεις ή με σκηνές και πρόσωπα από την ελληνική μυθολογία και την ιστορία. Αποτελούν προϊόν μιας παλιάς κυπριακής τέχνης, που σβήνει αλλά δεν έχει εκλείψει ακόμη, και η οποία γοήτευσε τον ποιητή. (...) Εξ ου και η έμμεση παρομοίωση του χειροτέχνη με τον ποιητή, ο παραλληλισμός των ποιημάτων του με τις διακοσμημένες κολοκύθες της Κύπρου. Ο τίτλος `Κολόκες` ταιριάζει σ` αυτήν την εργασία, η οποία αποσκοπεί στην ανάλυση και την ερμηνεία της συλλογής». (...)
[Απόσπασμα από το κείμενο της εισαγωγής της έκδοσης]