Ο εκούσιος θάνατος σχεδόν πάντοτε αποτελούσε αντικείμενο κοινωνικής αποδοκιμασίας. Ο Μεσαίωνας τον θεωρούσε ως ένα από τα πλέον ειδεχθή εγκλήματα, ως ύβρι προς το Θεό, και επεφύλασσε μακάβρια εκτέλεση σε όσους αυτοκτονούσαν.
Στο πέρασμα των αιώνων, το ζήτημα της ελευθερίας του κάθε ατόμου σε σχέση με την ίδια του τη ζωή ανασυρόταν, εντούτοις, κάθε φορά που αμφισβητούνταν οι παραδοσιακές αξίες: από τον Μονταίν στον Μπέικον, οι ανθρωπιστές βιώνουν μια πρώτη πολιτισμική επανάσταση και φρονίμως διερωτώνται για τις απαγορεύσεις του χριστιανισμού. Η περίφημη διερώτηση του Άμλετ (1600) υποδηλώνει τη δυσαρέσκεια που συνδέεται με την εμφάνιση της νεωτερικότητας. Υπό την επίδραση των κρίσεων της ευρωπαϊκής συνείδησης, η συζήτηση διευρύνεται και το ζήτημα τίθεται, εφεξής, δημοσίως. «Δεν είναι ίδιον των αξιόλογων ανθρώπων να φονεύουν εαυτούς εκουσίως», διακηρύσσει ο Βολταίρος, ενώ πολλαπλασιάζονται οι πραγματείες που προσπαθούν να κατανοήσουν τα αίτια της αυτοκτονίας.
Η Γαλλική Επανάσταση αποποινικοποιεί την αυτοκτονία, αλλά χωρίς να την αποδέχεται : ο πολίτης οφείλει να διαφυλάσσει και να αφιερώνει τη ζωή του στην πατρίδα. Αναμφίβολα ο 19ος και ο 20ός αιώνας δε θα αποδειχθούν πιο ανοικτοί απέναντι στην αυτοχειρία, ενώ η σιωπή του κράτους και της Εκκλησίας θα συμβάλλουν ώστε «ο φόνος του εαυτού» να καταστεί ένα από τα τελευταία ταμπού της εποχής μας.