Η εργασία αυτή οικοδομεί τη θεματική της και τις προτάσεις της γύρω από 3 βασικές έννοιες: α) την προσωπική θεωρία διδασκαλίας του εκπαιδευτικού, β) τη στοχαστικο-κριτική ανάλυση (reflection) και γ) τη διλημματικότητα της διδασκαλίας. Αναλυτικότερα, αποδεχόμενη την άποψη ότι οι αξιολογικές επιλογές που συνεπάγεται η διδακτική πράξη καθιστούν τη διδασκαλία διλημματική και συγκρουσιακή διαδικασία, θεωρεί ανεπαρκή την τεχνοκρατική προσέγγιση της διδασκαλίας και τονίζει την αναγκαιότητα της στοχαστικο-κριτικής ανάλυσης των διδακτικών καταστάσεων. Ως κατάλληλο, δε, πλαίσιο ανάλυσης θεωρεί την προσωπική θεωρία διδασκαλίας του εκπαιδευτικού. Γι` αυτό προτείνει σχήματα και διαδικασίες συστηματοποίησης της προσωπική θεωρίας του εκπαιδευτικού και στοχαστικο-κριτικής ανάλυσης της διδασκαλίας. Τελικό αποτέλεσμα της όλης διαδικασίας είναι ο μετασχηματισμός της διδακτικής πράξης σε διδακτική θεωρία και αντίστροφα, γεγονός που αναβαθμίζει τη διδακτική παρέμβαση. Ταυτόχρονα αναβαθμίζει και το ρόλο και το status του εκπαιδευτικού, διότι, με τον τρόπο που οριοθετείται το περιεχόμενο της προσωπικής θεωρίας της διδασκαλίας και επιχειρείται η αμφίδρομη σύνδεση της θεωρίας με την πράξη, προσφέρεται στον εκπαιδευτικό η δυνατότητα να ξεπεράσει τις δεσμεύσεις τις οποίες επιβάλλει η τεχνοκρατική θεώρηση της εκπαίδευσης, και του παρέχεται το πλαίσιο για να συνειδητοποιήσει τα επιστημολογικά, κοινωνικά, πολιτικά και ηθικά διλήμματα της διδασκαλίας, ώστε με κριτικό και υπεύθυνο τρόπο να προβαίνει στις διδακτικές του επιλογές. Έτσι, ο εκπαιδευτικός παύει να είναι ένας απλός εξειδικευμένος τεχνοκράτης, που προσφέρει εξαρτημένο έργο, και μετατρέπεται σε στοχαστικο-κριτικό επιστήμονα, που έχει σαφές εκπαιδευτικό όραμα αλλά ταυτόχρονα κατέχει τις γνώσεις, τα κριτήρια και τις δεξιότητες που του επιτρέπουν να παρεμβαίνει αποτελεσματικά στη διαδικασία ανασυγκρότησης του εκπαιδευτικού και κοινωνικού συστήματος.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]