Το μόνο σκηνικό είναι μια κάμαρα σ` ένα μεγάλο ερειπωμένο σπίτι της Ταγγέρης όπου ο άνεμος φυσά αδιάκοπα. Ο μόνος πρωταγωνιστής: ένας μοναχικός, άρρωστος γέροντας που προσπαθεί ν` αποδιώξει το πρόσωπο του επικείμενου θανάτου. Ο μόνος χρόνος: ο χρόνος μια ολόκληρης ζωής, συμπτυγμένος μέσα σε μια μέρα "ανέμου και μοναξιάς", μιας ζωής που αρχίζει μαζί με τον αιώνα μας και θα τελειώσει με το συναίσθημα μιας άδικης ήττας.
Εκείνο που θέλει ο γέροντας είναι να συγκρατήσει τη ζωή. Κι έτσι την ξαναζεί μέσω της μνήμης. Αναθυμάται τους χαμένους για πάντα φίλους, τα νεανικά του χρόνια, κάποιους αξέχαστους έρωτες... Η σιωπή του είναι ο ορυμαγδός των αναμνήσεων, των λέξεων που δεν μπορούμε πια να προφέρουμε και που αντηχούν ακόμα τόσο δυνατά μες στο μυαλό μας.
Στο "Ημέρα σιωπής στην Ταγγέρη", ο Ταχάρ Μπεν Ζελούν αποποιήθηκε ηθελημένα κάθε λογοτεχνική φιλαρέσκεια, κάθε προσπάθεια σαγήνευσης με τον εξωτισμό. Αλλ` ίσως ακριβώς γι` αυτό, ο κοφτός, στεγνός λόγος του γίνεται ακόμα πιο συγκινητικός: αφουγκραζόμαστε το τραγούδι ενός άλλου κόσμου, μια σπαραχτική μουσική που χάνεται μακριά, σαρωμένη από τον άνεμο.