Στο τέλος της πρώτης χιλιετίας και αρχές της δεύτερης ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος (949-1022) αποτέλεσε τον Πατέρα της μυστικής και ησυχαστικής ζωής και τον διδάσκαλο του Θαβωρίου φωτός αφού ο ίδιος το βίωσε εμπειρικά και έγινε κοινωνός Του. Ο άγιος Συμεών χαρακτηρίστηκε `αιρετικός` και ριζοσπάστης για την εποχή του γιατί χαρακτήρισε άθεους όσους χριστιανούς εμμένουν στην τυπολατρεία, δεν μετανοούν, η πίστη τους βρίσκεται σε αντίφαση με τα έργα τους και δεν έχουν συνείδηση της χάριτος των μυστηρίων. Ακόμη κατέκρινε όσους θεολογούσαν χωρίς να είναι θεόπτες, χωρίς να έχουν την υποκειμενική εμπειρία της χάριτος του Θεού.
Στο βιβλίο αυτό, ύστερα από διεξοδική έρευνα και ταξινόμηση του συγγραφικού έργου του αγίου Συμεών, αναλύονται τα τρία στάδια των πνευματικών μεθηλικιώσεων του ανθρώπου, δηλαδή της Πράξεως, της Γνώσεως και της Θεωρίας που αντιστοιχούν στις τρεις κατηγορίες των πιστών (εισαγωγικοί, προοδεύοντες, τέλειοι). Αποδεικνύεται με αυτόν τον τρόπο, πως πέρα από τη φροντίδα της κυτταρικής ηλικίας του ανθρώπου υπάρχει και η πνευματική ηλικία μέσα από την οποία φανερώνεται και προσδιορίζεται το περιεχόμενο και ο σκοπός της ανθρώπινης υπάρξεως.
Η Ορθόδοξη Παράδοση δια του αγίου Συμεών είναι αντίθετη σε μία λογική διαδικασία και διανοητική προσπάθεια ως μέσα προσέγγισης και κοινωνίας του ανθρώπου με τον Θεό που παραπέμπουν στην απρόσωπη και αόριστη μεταφυσική, στον ορθολογισμό και στο σχολαστικισμό. Η παρουσία του Αγίου Πνεύματος μέσα στον άνθρωπο κατά την άσκηση των εντολών του Θεού είναι το ασφαλέστερο μέσο και κριτήριο για την πορεία του προς τη θέωση, προς τη θεογνωσία. Αντικρούοντας την αυτοτέλεια της ανθρώπινης σκέψεως ως μέσο γνώσεως του Θεού ή ερμηνείας του κόσμου, αληθινής αυτογνωσίας και τελειώσεως ο άγιος Συμεών διακηρύσσει: `Αν ήσαν ικανά τα γράμματα και τα μαθήματα για την επίγνωση της αληθινής σοφίας και της γνώσεως του Θεού, δεν θα υπήρχε καμία ανάγκη της θείας πίστεως και των μυστηρίων`.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]