Αυτό το βιβλιαράκι το είχα σχεδιάσει πολύ καιρό, αλλά ο χρόνος δε με άφηνε να το πραγματοποιήσω· βιαστικός ξεναγός με έπαιρνε κάθε τόσο από το χέρι και με οδηγούσε με βηματισμό γοργό σε άλλα αξιοθέατα της νεοελληνικής δραματουργίας και του θεάτρου, όλο πιο μεγάλα και πιο σημαντικά, ώστε το συμπαθητικό αυτό μικροθέμα έμεινε σαν souvenir στα ράφια της μνήμης και όλο μικρότερο φαινόταν μέσα στη σκόνη των τόσων απραγματοποίητων και στην ακαταστασία των ανεκτέλεστων σχεδίων που τα μαζεύει στο τέλος ο παλιατζής της λησμονιάς. Αλλά έδειξε θαυμαστή αντοχή και επιμονή στους στροβίλους των εργασιών και στους κύκλους των καιρών και μεγάλωσε και ωρίμασε μαζί μου, όλο πιο μεστό από νοήματα και συγκίνηση. Αυτή η κρυφή συμπάθεια για το κάπως περιθωριακό αυτό θέμα, που τροφοδοτούσε κρυφά το τρυφερό βλαστάρι, εξηγείται, όπως τόσα άλλα πράγματα, αυτοβιογραφικά: οικογενειακώς περιστοιχίζομαι, σε παρελθόν, παρόν και μέλλον, αποκλειστικά από γιατρούς, εγώ, ο μόνος άμοιρος της τέχνης του Ασκληπιού.
Έτσι, με τις ασθενείς μου δυνάμεις άρχισα να συγκεντρώνω υλικό για πολλά χρόνια, και με τη βοήθεια ορισμένων μεταπτυχιακών εργασιών αυτό πήρε σεβαστή διάσταση και τα βιβλία που είχα συγκεντρώσει για τούτο το σκοπό σχημάτιζαν μικρό πύργο. Από τη δημιουργική ζεστή αχλή του ενθουσιασμού ξεπρόβαλλαν κατά καιρούς σχήματα και ιδέες, που έπαιρναν ολοένα πιο ξεκάθαρες μορφές, οι οποίες ενώθηκαν τελικά, σαν τις φωνές μιας συμφωνίας, σ` ένα ολοκληρωμένο διάγραμμα. Τώρα υπήρχε ο σκοπός, η μέθοδος, το διάγραμμα της εκτέλεσης - αλλά ακόμα έλειπε ο καιρός. Και φέτος το καλοκαίρι ήρθε, φαίνεται, το πλήρωμα του χρόνου, ο «καιρός», η λαχταριστή στιγμή εκείνη που την αρπάζεις σαν την Τύχη απ` τα μαλλιά, κι έκλεψα τον καιρό, σαν το πουκάμισο της νεράιδας, για να κάνω αυτό που τόσο καιρό ποθούσα. Ένα hommage στους Έλληνες γιατρούς, που πρέπει βέβαια να διαβάζεται με το ανάλογο χιούμορ, και μια χειρονομία ευγενική προς τους ανθρώπους που με περιβάλλουν με την παρουσία και την αγάπη τους. Κι αν δεν έγινα, ανάμεσα σε τόσο φως ιπποκρατικό, κι εγώ θεράπων πολεμιστής του άφευκτου, αλλά έμεινα αθεράπευτος «ασθενής», ας είναι τούτο μια μικρή ένδειξη πως δεν παρέμεινα τελείως αχρωμάτιστος κι αφώτιστος στις κατακόμβες των υποσημειώσεων και στα σκοτεινά δικαστήρια της επιστημονικής αποδεικτικής σε τομέα άλλο, φαινομενικά άσχετο με την τέχνη του Ιπποκράτη.
Το θέμα συνδυάζει το θέατρο με την ιατρική, τη σκηνή με το λειτούργημα, την παράσταση με τη θεραπεία. Η ιερότητα και κρισιμότητα της σχέσης γιατρού-ασθενούς έχει προκαλέσει πάντα το ενδιαφέρον των δραματουργών και, προσφέροντας μια μικρή πινακοθήκη πορτρέτων των γιατρών της νεοελληνικής δραματολογίας, όχι πάντα απαλλαγμένη από σάτιρα και καρικατούρες, ελπίζω να συμβάλω μ` ένα μικρό ψηφιδωτό στην παγκόσμια βιβλιογραφία γύρω από το θέμα αυτό. [...] Πήλιο, Δεκαπενταύγουστο 2003
[Απόσπασμα από το κείμενο του προλόγου]