`Όταν τα λογοτεχνικά έργα των ημερών μας δεν επιδίδονται στην `κατανόηση` της βίας και δεν εκφράζουν βλακωδώς την `ελπίδα` ότι θα ξεπεραστεί, πέφτουν στον κυνισμό: γίνονται ο καθρέφτης της, γίνονται με τη σειρά τους βίαια και αποτρόπαια. Η `Μετάβαση` δεν ανήκει ούτε στην πρώτη ούτε στη δεύτερη κατηγορία. Δεν μιλάει καθόλου για τη βία. Μιλάει στον κόσμο της βίας, δηλαδή στον καθένα μας. Μιλάει; Όχι ακριβώς. Προσπαθεί. Αχ, ίσως τούτη η προσπάθεια για συζήτηση να έπρεπε να είχε γίνει πιο πριν... Ναι, ίσως, αλλά το ρολόι του κόσμου μας είναι στο παρά πέντε. Γι` αυτό και ο συγγραφέας επιμένει `...οφείλω να βρω τις λέξεις, μια γλώσσα που... ν` ανακαλύψω μια μορφή που θα μπορούσε...` Τα αποσιωπητικά είναι του κειμένου. Τρεις φορές επαναλαμβάνει ο συγγραφέας τη λέξη `οφείλω`. Αλλά διαπιστώνει πως δεν έχει έρθει σε επαφή μ` αυτόν που ετοιμάζεται να σπείρει τον όλεθρο. Δεν εγκαταλείπει. Ακολουθεί κατά πόδας τον ήρωά του. Γίνεται η σκιά του. Περιγράφει τις κινήσεις του. Μονολογεί. Η `Μετάβαση` είναι η σύγκλιση δυο μονολόγων: του μονόλογου της βίας και του μονόλογου της τέχνης που δεν συγκινεί πια. Σύγκλιση, λέω, γιατί η τέχνη, αν δεν θέλει να χάσει τη ουσία της, δεν μπορεί να εγκαταλείψει τον άνθρωπο ακόμα κι όταν κινδυνεύει η ίδια από το μένος του. Προπαντός, τότε, θα έλεγα. Σύγκλιση λοιπόν, μέχρι τη στιγμή της έκρηξης`. (Λάκης Προγκίδης, ΤΑ ΝΕΑ, 28/3/2009)
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]