«Σαν μακρινός αντίλαλος» οι θρήνοι, ελεγειακοί ή απελπισμένοι, εκφράζουν, μέσα στο πέρασμα του χρόνου και σε όλα τα γεωγραφικά πλάτη, την ευθραυστότητα και την αγωνία του ανθρώπου. Ο άνθρωπος που είναι «αδύναμος και πάσχων», υφίσταται τις διακυμάνσεις της ψυχικής του ισορροπίας και, καμιά φορά, τις διαταραχές της: από την αποθάρρυνση ως την απαισιοδοξία και από την απελπισία ως το ναυάγιο της αυτοκτονίας. Αυτή είναι η κατάθλιψη. Μια σκοτεινή ψυχική κατάσταση, ένα θλιμμένο «βίωμα», του οποίου το εύρος και η ένταση ποικίλλουν τόσο, όσο και η διάρκειά του. Όμως, τα σύνορα ανάμεσα στο φυσιολογικό και το παθολογικό είναι συχνά αβέβαια. Η κατάθλιψη, όρος σχετικά καινούργιος, δεν είναι, όπως πιστεύεται, μια ασθένεια που χαρακτηρίζει τη σύγχρονη εποχή, λόγω των υπαρξιακών δυσκολιών ή των απαιτήσεων μιας καταπιεστικής κοινωνίας. Συναντιέται σ’ όλα τα κοινωνικά επίπεδα και σε διαφορετικούς πολιτισμούς. Η κατάθλιψη μπορεί να αγγίξει τόσο τον αγρότη των νοτιοαμερικανικών ασιέντας όσο και τον Μαγκρεμπίνο χωρικό του Άνω Άτλαντα, τον ευκατάστατο χρηματιστή, τη μητέρα μιας ευτυχισμένης οικογένειας, τον αδρανή συνταξιούχο, τη διάσημη ντίβα [. . .]
[Απόσπασμα από κείμενο παρουσίασης εκδότη ή έκδοσης]