`Μένω εμβρόντητος ακούγοντάς σας ν` αναφέρεστε σ` ένα τόσο διεστραμμένο βιβλίο. Λυπάμαι που ομολογείτε ότι το διαβάσατε - καμία αξιοπρεπής κυρία δε θα `πρεπε να παραδέχεται κάτι τέτοιο. Είναι το πιο διεφθαρμένο έργο που ξέρω`. Μ` αυτά τα λόγια εκφράζει ο Σάμιουελ Τζόνσον στη Χάνα Μορ την άποψή του για τον `Τομ Τζόουνς`, έργο που για δύο περίπου αιώνες ξεσήκωσε αναρίθμητα και ποικίλα σχόλια, φτάνοντας μάλιστα και στο σημείο να θεωρηθεί, από αρκετούς, υπεύθυνο για τους σεισμούς τον Λονδίνου το 1749, σημάδι της οργής του Κυρίου απέναντι στον έκλυτο λαό που διάβαζε τέτοια αισχρά βιβλία.
Φυσικά, για το σημερινό αναγνώστη η διαμάχη αυτή είναι τουλάχιστον γραφική, μιας και ο `Τομ Τζόουνς` είναι ένα καταρχήν κωμικό έργο, με ισχυρές ηθικές βάσεις. Είναι μια καταδίκη του φαρισαϊσμού και της υποκριτικής ηθικολογίας στα κοινωνικά και πολιτικά πράγματα, μια ιστορία με αρχή, μέση και τέλος, με τους κατά βάσιν καλούς (που μπορεί να `χουν μερικά ελαττώματα) απ` τη μια και τους κατά βάσιν κακούς (που πάλι μπορεί να `χουν μερικές αρετές) από την άλλη, και που, σαν παραμύθι, καταλήγει στη δικαίωση του Καλού, όπου `αυτοί ζουν καλά κι εμείς καλύτερα`.
Ο Φίλντινγκ ήταν ένας κατεξοχήν πολιτικός συγγραφέας. Στα έργα του (θεατρικά, μυθιστορήματα και άρθρα) δε χάνει την ευκαιρία να μιλήσει για τα κοινωνικά, πολιτικά και νομικά προβλήματα της εποχής του, να επικρίνει την κυβέρνηση, τον κλήρο και τους δικαστές, τις ανώτερες κοινωνικές τάξεις και την υποκρισία τους. [...] (Από την εισαγωγή της έκδοσης)
Χιουμοριστικό, ερωτικό, ρηξικέλευθο και διορατικό, το μνημειώδες μυθιστόρημα του Fielding, μολονότι γραμμένο πριν από σχεδόν 250 χρόνια, μιλά με την ίδια άνεση και για το χθες και για το σήμερα. Οι περιπέτειες του Τομ και της Σοφίας δεν προσφέρουν απλώς ένα απολαυστικό ταξίδι, αλλά και μία σπάνια αναγνωστική εμπειρία.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]