Ο Κόλπος ο Θερμαϊκός εισχωρεί, βέβαια, ανάμεσα στα πόδια μου - και ας αφήσω τις φτηνές συσχετίσεις που αυθόρμητα ξεπετάγονται. Δεν είναι πια διάφανος και δροσερός όπως πρώτα. Με ψάρια άπειρα, ασημένιες σαγίτες κατά τις ομαδικές τους τροπές. Έχει κάποια στασιμότητα, αναθυμίαση κάποια. Μαζί σαπίζουμε, Νύμφη του Θερμαϊκού. Είσαι Νύμφη και είμαι Νυμφίος. Και είσαι η γενέτειρά μου. Εσύ, βέβαια, κάποτε θα ξανανιώσεις, όταν όλα αυτά τα μπετά ξαναγίνουνε, έτσι ή αλλιώς χώματα. Και στον καιρό της νέας δόξα σου, της νέας αναγέννησής του, αν είσαι μάνα, η ανά, η μάικω, και η μάντρε, εμάς Μπαγιάτιδες και Γιουνάνιδες, Αποικιστές και Αποίκους, που όμως φέρνουμε τις ουλές και τα σφραγίσματά σου, μη μας πατικώσεις μες στην ανωνυμία και τη λησμονιά, όπως τόσο καλά ξέρεις, αλλά να μας ξαναθυμηθείς, να μας πεις υιούς σου και να μας εξυψώσεις. (ΓΙΩΡΓΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ)
Υπάρχουν πόλεις της πραγματικότητας και πόλεις της φαντασίας. Η πόλη λειτουργεί ως μια δεξαμενή των αναμνήσεών μας. Οι χώροι της πόλης, διαμέσου του χρόνου που περνά, αποκτούν για τον καθένα μια ιδιαίτερη πολυσημία. Η επανέκδοση της μελέτης της Έλενας Χουζούρη συμπίπτει με την επέτειο των 100 χρόνων από την ενσωμάτωση της Θεσσαλονίκης στην Ελλάδα. Η συγγραφέας αναλύει την σχέση του έργου του Γιώργου Ιωάννου με την Θεσσαλονίκη. Ιδιαίτερο ρόλο σε αυτό παίζει η γενέτειρά του, η οποία δίνεται όχι μόνο ως ένας συγκεκριμένος χώρος με τα μνημεία, τις γειτονιές, τους δρόμους, τους πρόσφυγες και την πολυπολιτισμικότητά της, αλλά και ως χώρος στον οποίο έζησε τα παιδικά και νεανικά του χρόνια. Ο βιωματικός χαρακτήρας και η μη γραμμική σύνθεση του χρόνου που χαρακτηρίζει τα κείμενα του Ιωάννου, όπου η αφήγηση μπορεί να ξεκινά από το παρόν ή το παρελθόν, συνθέτουν μία πολυπρισματική, ονειρική εικόνα της Θεσσαλονίκης. Μία μελέτη που από τη δημοσίευσή της έως και σήμερα άνοιξε μία συζήτηση, με δημοσίευση πληθώρας κειμένων και μελετών, σχετικά με τη Θεσσαλονίκη ως λογοτεχνική πόλη μέσα από τα έργα των πεζογράφων.