Στο πλαίσιο αυτό, ο νομοθέτης, αφενός, προβλέπει την προσωρινή εκτελεστότητα κατά την εκτελεστική διαδικασία· αφετέρου, μέσω ενός εκτεταμένου πλέγματος αναστολών, δεν επιτρέπει την έναρξη ή τη συνέχιση της αναγκαστικής εκτελέσεως, αν ο οφειλέτης προβάλλει λόγους, οι οποίοι, μετά από δικαστική διάγνωση, θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην ακύρωση της εκτελεστικής διαδικασίας.
Ενώ οι διατάξεις περί προσωρινής εκτελεστότητας παρουσιάζουν συστηματική συνέπεια, καθώς είναι συγκεντρωμένες στην αρχή του γενικού μέρους της αναγκαστικής εκτελέσεως, οπότε ο νομοθέτης είχε γενική εποπτεία της συμβολής κάθε διατάξεως στην επίτευξη του επιδιωκόμενου στόχου, οι διατάξεις των αναστολών είναι διάσπαρτες στον Κώδικα και χωρίς συστηματική ενότητα, επιλογή που δεν προάγει την ασφάλεια δικαίου.
Η παρούσα μελέτη, προσεγγίζοντας τις επιμέρους ρυθμίσεις προσωρινής προστασίας στην εκτελεστική διαδικασία ως σύστημα κανόνων τελολογικά δομημένο, επιχειρεί να συμβάλλει στην υπέρβαση της συγκρουσιακής καταστάσεως μεταξύ των θεμελιωδών αρχών της δίκης, ώστε να αποτελέσει, τελικώς, ένα χρήσιμο εργαλείο για τον εφαρμοστή του δικαίου, τον νομικό της θεωρίας και της πράξης.