Αμεθύστη η έκπαγλος
Χρονικόν μέγα και μυστικόν
Κυκλοφορεί
ISBN: 978-618-5636-47-0
Εκδόσεις Λειμών, Αθήνα, 6/2024
2η έκδ., Ελληνική, Νέα
€ 53.00 (περ. ΦΠΑ 6%)
Βιβλίο, Σκληρόδετο
28 x 21 εκ, 166 σελ.
τ. 1 από 1
Περιγραφή
Η Αμεθύστη η Έκπαγλος είναι ένα μυητικό έργο πού μπορεί να βρέθηκε ξεχασμένο, σέ μουχλιασμένα σπαράγματα, στή βιβλιοθήκη τής υπεραιωνόβιας κατοικίας τού Καθηγητή Ι.Θ. Μάζη, στήν Κέρκυρα. Πρόκειται για μυστικιστική μεταγραφή αληθειών στή γλώσσα πού ίσως και να είχαν γραφεί στο εσωτερικό ενός, πιθανόν, υπαρκτού Μυστικού Μυητικού Τάγματος. Του Σεπτού και Κραταιού Μυστικού Τάγματος των Ελευθέρων Λαθοπρακτων τού οποίου Ύπατος και Κραταιός Μέγας Διδάσκαλος εφέρετο ότι ήτο κάποιο μυθικό (ή μήπως πραγματικό;) πρόσωπο, ο Διονύσιος ο Απολλωλός, ο οποίος πρέπει να έζησε σέ κάποιο διάστημα τού 14ου αιώνος και τα άφησε πίσω του, πρός χρήση συγκεκριμένου κύκλου Μυστων τού Τάγματος, αυτού των Μαξίμων Αδελφών. Ο Ιωάννης ο Ηρακλεικός, ο μεταφέρων και σχολιαστής των απόκρυφων αυτών κειμένων,
είναι σίγουρα υπαρκτό πρόσωπο. Τόσο υπαρκτό, όσο τού δίνουν τό δικαίωμα και τα δικά του λάθη. Κατέχει επαξίως τον βαθμό τού Μαξίμου Αδελφού ως επιρρεπής εις την ευσεβή διάπραξιν πλήθους λαθών, μή επαναλαμβανομένων, μέτ' ευθικρισίας, στοχεύσεως και ως άνθρωπος ελεύθερος. Ως άνθρωπος ο οποίος αντελήφθη ότι η συνειδητή και τολμηρα διάπραξις λαθών οδηγεί εν ασφαλεία εις τ'ορθόν. Ο Μάξιμος Αδελφός Ιωάννης δέν αρκείται στήν παρουσίαση των αποκρύφων αυτων κειμένων πού εξυμνούν την λαθοπρακτική
διαδικασία με μία, θαλεγε κανείς, ποπεριανή εμμονή. Τα σχολιάζει επίσης με γνώμονα τα συμβαίνοντα στήν εποχή του, στα διάφορα Ηγουμενεία τού Τάγματος ανά την Ευρώπη και την Εγγύς Ανατολή, το έτος 1666. Καταφεύγει ακόμη στήν παρουσίαση των σχολίων, μερικού κρυπτικού αποσυμβολισμού, τού Ουάλεντος τού Σύρου, λογίου ελληνιστή, αλχημιστή και καββαλιστή τού 15ου αιώνος, πιθανόν υπαρκτού, αλλά ίσως αποκρύπτοντος κάποια άλλη περσόνα τού ιδίου τού Ιωάννη τού Ηρακλεικού. Περσόνα πού του είναι απαραίτητη ώστε να μην θεωρηθεί ασεβής από τούς λοιπούς Μαξίμους Αδελφούς πρός τούς οποίους απευθύνει τα μηνύματά του.
Ο Ιωάννης θρηνεί στο κείμενο του, ακουθώντας τον αποκαλυπτόμενο θρήνο τού Διδασκάλου του. Θρηνεί την παρακμή τού ευρωπαϊκού πνεύματος και των ελληνο-χριστιανο-ιουδαϊκών ανθρωπιστικών αξιών πού το εδόμησαν και το άνδρωσαν. Θρηνεί τήν απώλεια της ευαισθησίας των παρακμαζουσών κοινωνιών ακόμη και στόν έρωτα. Τα κείμενά του για τα κρύσταλλα και τις πορσελάνες είναι ύμνος σε αυτήν την απώλεια της υψηλής ερωτικής ποιητικής αισθήσεως μεταξύ των συγχρόνων του. Αποδίδει, με ιδιαιτέρως λεπτεπίλεπτο και κρυπτικό τρόπο, τήν κοινωνική παρακμή της Δύσεως στήν παρακμή και τον υλισμό πού κυρίευσε και χαρακτήρισε την εκπεσούσα, ιερή ερωτική λειτουργία. Η ίδια άλλωστε η Αμεθύστη τι νάναι; το χρώμα στο οποίο παραπέμπει, συμβολίζει την υπέρτατη τελειότητα. Μια τελειότητα όμως η οποία, όταν είναι προσποιητή, καταλήγει να παραπέμπει στήν Αποκαλυψιακή Πόρνη της Βαβυλώνος (βλ. εικόνα τού εξωφύλλου). Εξ ου και το έτος 1666, οπότε και γράφει, αποσυμβολίζει και παρουσίαζει ο Ιωάννης τα ανα χείρας κείμενα τού Διονυσίου. Τα κείμενα πού με τή σειρα τους γράφτηκαν λίγο πριν την πτώση της Κωνσταντινούπολης. Στηλιτεύει με κομψότητα αυτήν την επιφανειακή τελειότητα ενός, κατα τα λοιπά, παρακμάζοντος Δυτικού κόσμου. Η γλώσσα των κειμένων κινείται στο πλαίσιο της μεταβυζαντινής καθομιλουμένης και μοναστηριακής λογίας και η γραφή και η σύνταξη ανάγεται στήν αυτήν εποχή. Είναι ένα βιβλίο ερώτημα, ένα βιβλίο που διαβάζεται
και αποσυμβολίζεται αενάως. Ο κάθε αναγνώστης, ιδιαιτέρως ο μύστης και ο μυούμενος στα μυστήρια τού πνεύματος και της ψυχής θα συναντά διαρκώς τον εαυτό του στις σιβυλλικές γραμμές των περίτεχνων σελίδων του. (Από την παρουσίαση της έκδοσης)