ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Ο Μάριος και η Άννα... Ο Άγγελος και η Γαλάτεια… Ο Στέφανος και η Αγάπη… Η Ηλιάνα και ο Παναγιώτης… Ο Λέανδρος και η Λητώ… Πέντε ιστορίες όπου ο έρωτας, ο χρόνος κι η μοναξιά διασταυρώνονται ως διαστάσεις της ίδιας εμπειρίας.
Ο πόνος στην αρχή του έρωτα φαντάζει μια γεωγραφία απρόσιτη στα βήματά μας. Στη συνέχεια ο δράκος-χρόνος ξετυλίγει το κουβάρι της φθοράς και ο πόνος γίνεται μια γεωγραφία ανυπόταχτη στα βήματά μας.
Έτσι γίνεται κομμάτια η καρδιά μας και χαράσσονται αλύπητα οι ανοιχτές πληγές… Ψάχνουμε λοιπόν απεγνωσμένα το συνδετικό της υλικό για να ενώσουμε τα κομμάτια της…
Είναι η στιγμή που έρχεται η μοναξιά, κυρά κι αρχόντισσα, για να μας βεβαιώσει πως ο έρωτας είναι ένας κύκλος χορού στην πίστα της ψευδαίσθησης. Ένας κύκλος χορού, όπου πολύ εύκολα χάνεται το μέτρο κι η ισορροπία, πολύ εύκολα μετατοπίζονται τα σύνορα. Γιατί ο έρωτας δε μας πάει από πεπατημένα μονοπάτια γεμάτα από σημεία αναφοράς, αλλά χαράσσει δικούς του άγνωστους δρόμους...
Και αναρωτιόμαστε: Μήπως οι ζωές τους τελικά ήταν σαν τις παράλληλες γραμμές του τρένου; Μήπως οι ράγες τους δε συναντιούνταν πουθενά; Μήπως η ψευδαίσθηση τους έδινε τη σιγουριά πως τα χρώματα απ’ τις ανάσες τους μπορούσαν να δημιουργήσουν μια τέλεια μουσική με νερένιους ήχους άρπας;
Παρ’ όλα αυτά η ζωή δε σταματάει το βήμα της και πάντα βρίσκει τον ρυθμό της... Αυτό ακριβώς μας κατευθύνει να κλείνουμε τους κύκλους, αφήνοντας πίσω μας την οδύνη και κρατώντας τις πιο γλυκές και τρυφερές αναμνήσεις, για να μπορούμε έτσι να ζήσουμε τη σύντομη ζωή μας στο μεγαλείο της κι όχι στη μιζέρια της...
Κάποια από αυτά τα διηγήματα αντανακλούν την οπτική του άντρα και τα πράγματα είναι, ίσως, αρκετά ξεκάθαρα. Αντίθετα σε αυτά που έχουμε τη γυναικεία οπτική το συναίσθημα φορτίζει έντονα την ατμόσφαιρα...
Κωνσταντίνα Κιζήλου
Και μετά σιωπή
Οι μικρές ευκαιρίες απομακρύνθηκαν. Χάθηκαν και οι δυο τους στη σιωπή. Το πώς ένιωθε, τι περίμενε ή τι ήθελε εκείνος δεν το ήξερε... Εκείνη τώρα αναπολεί τους κύκλους της σχέσης τους και τις ευθείες γραμμές των ενδιάμεσων χωρισμών. Τις γραμμικές ερωμένες του και τις καμπύλες συναντήσεις τους. Χαϊδεύει μνήμες θολές, μακρινές, ξέπνοες. Ανακατεύει τρικυμίες και άγκυρες ξεχασμένες. Αφήνεται να απιστεί στο εξαίσιο χάος που αξιώθηκε να ζήσει. Κλέβει στιγμές απ’ τον χρόνο, στιγμές απ’ τη μνήμη της. Δοκίμασε μέρες, νύχτες, χρόνια να ξεκλειδώσει την άβυσσο της ψυχής του. Ερωτεύτηκε, αγάπησε, μάτωσε... Τώρα η αγωνία της απλώνεται και ξαναπέφτει στη θάλασσα της λησμονιάς σαν απατηλή ανάμνηση. Όμως τώρα θέλει να ξεχάσει τη μυρωδιά της ανάγκης, της συγχώρεσης, της επιθυμίας. Να παγώσει τις μνήμες κι όταν αυτές θα έρχονται να προσπαθεί να ξεγλιστράει ανάμεσά τους δίχως να κόβεται. Ο πόνος θα μείνει για καιρό, το ξέρει, αλλά θα είναι ένας πόνος ωφέλιμος που θα της θυμίζει πως δε χρωστάει στην άβυσσο. Έτσι ίσως καταφέρει τελικά να της χαριστεί η δύναμη σαν αγάπη, να την παρηγορήσει σαν ελπίδα. Προς το παρόν έχει δρόμο να διανύσει. Μόνη στην αδηφάγα λεηλασία του χρόνου μέχρι ο χρόνος να γίνει φίλος της... Ώρες-ώρες κολυμπάει στα κύματα των αντιφάσεων. Τα μεγάλα που τη χτυπούν και την κάνουν Ποσειδώνα και τα άλλα τα λιμνάζοντα νερά της λύπης, της συναισθηματικής ανάγκης, της έλλειψης και τότε τίποτα δεν μπορεί να συγκρατήσει την κατρακύλα που παίρνει το παράπονο μέσα της.
Το σίγουρο είναι ότι κάποια στιγμή, κάποια μέρα, στο κοντινό μέλλον, εκείνος θα θελήσει πάλι έναν καινούριο κύκλο χορού στην πίστα της ψευδαίσθησης. Γιατί θα πεθυμήσει τις ιστορίες της γι’ αλλοτινούς κόσμους, να τον νανουρίσουν θεραπευτικά. Γιατί θα θελήσει πάλι να της ψιθυρίσει τα όνειρά του, που έχει αφήσει πίσω του, στα χρόνια μιας ακίνητης αναμονής. Άραγε σκέφτηκε ποτέ ότι ίσως μέχρι τότε μπορεί να έχει κάνει την ανατροπή; Κι αν μέχρι τότε έχει ξεχάσει το χρώμα των ματιών του; Το βλέμμα του; Το σχήμα στο σώμα του που ποτέ δε χαρτογράφησε; Αν μέχρι τότε έχει χάσει τα φτερά της ψάχνοντας πίσω από καθρέφτες τους δαίμονές του; Αν σε αυτό το μαρτυρικό ταξίδι της πίκρας, της αναμονής, της οδύνης και των υποθέσεων έχει κουραστεί; Αν έφθασε στο τέρμα των ψευδαισθήσεων και το μόνο που θέλει είναι αλήθειες, τι θα κάνει τότε;
Όπως και να είναι ανάμεσα στην αλήθεια και στα παραμύθια πάνε κι έρχονται δράκοι και νεράιδες, μάγισσες και ξωτικά. Φθάνουν στα πέρατα του κόσμου κι ύστερα ξαναγυρίζουν... πάνε κι έρχονται... και μέχρι να έρθει η στιγμή εκείνη τίποτα δεν μπορεί να πει με σιγουριά. Γιατί πολύ εύκολα χάνεται το μέτρο κι η ισορροπία, πολύ εύκολα μετατοπίζονται τα σύνορα, πολύ εύκολα ανατρέπονται οι αποφάσεις. Γιατί ο έρωτας χαράσσει δικούς του δρόμους, δε μας πάει από πεπατημένα μονοπάτια, γεμάτα από σημεία αναφοράς, αλλά από μονοπάτια άγνωστα, απρόβλεπτα, γεμάτα εκπλήξεις, πόνο και μοναξιά.