Η ποίηση της ΠαναγιώταςΧριστοπούλου–Ζαλώνη είναι σαν τη θάλασσα. Άλλοτε ήρεμη κι άλλοτε φουρτουνιασμένη. Άλλοτε ζεστή κι άλλοτε παγωμένη. Είναι το χρέος της σ’ αυτόν τον παράξενο κόσμο να χτίσει έναν τοίχο προστασίας απέναντι σε ό,τι κακό ή ματαιόδοξο απειλεί την αγάπη, την καλοσύνη, την ευγένεια, την αλληλεγγύη. Είναι η αποστολή της να προασπίσει τις ανθρώπινες αξίες, που κουβαλάει πάντοτε στις πλάτες της, και νιώθει πως απειλούνται. Ο άσβεστος πόθος της να προστατεύσει την ελευθερία του λόγου αλλά και όσα η έννοια «Τέχνη» πρεσβεύει για τον άνθρωπο.
Αέρηδες που χαϊδεύουν το πρόσωπο, θάλασσες που αλμυρίζουν τη γεύση, αρώματα που σκανδαλίζουν τις αισθήσεις, εικόνες της μνήμης αλλά και οπτασίες της φαντασίας… Στοιχεία που συνδέονται σε έναν κοινό στόχο. Να επιτευχθεί ηφυγήαπότηνπραγματικότητα, έστω και πρόσκαιρα, έστω και για δευτερόλεπτα. Να μετριαστεί αυτή η πίκρα που όλοι κουβαλάμε στα χείλη μας για τη λάθος ρότα που τραβάει ο κόσμος μας.
Κι όμως, η αισιοδοξία διεκδικεί ισότιμα τον ρόλο της μέσα στα ποιήματά της. Η πίστη για ένα καλύτερο αύριο και η προσμονή για την επικράτηση της αγάπης έναντι των άσχημων συμπεριφορών, της αυτοκαταστροφής και της μοχθηρίας. Πότε με έναν άπλετο λυρισμό και πότε με μια ανάλαφρη σκωπτική χροιά, ωθεί τις λέξεις της να συμπαρασύρουν τον αναγνώστη σε μια πορεία σαν καρδιογράφημα… Πότε με οξείς προβληματισμούς και πότε με αισιόδοξες εξάρσεις. Ας ακολουθήσουμε λοιπόν με συνέπεια το κάλεσμα των στίχων της:
Προφητικά χαραγμένη η συνάντησή μας.
Ίσως μαζί να θερίσουμε μαγεία
και να δοξάσουμε την αγάπη.
Εκεί ψηλά στην ακτή του φεγγαριού
που θ’ απαγγείλουμε τα ποιήματά μας.