Θα σας πω μια ιστορία που μοιάζει με παραμύθι. Ίσως γιατί η εποχή που διαδραματίζεται, φαντάζει μακρινή. Ίσως, γιατί ο άνδρας που την αφηγείται, φέρει την αύρα από τον κόσμο του παραμυθιού και του ονείρου. Όπως τον βλέπω ντυμένο με το επίσημο ένδυμα του και με τον αέρα του κοσμοπολίτη, αναρωτιέμαι, αν και ο ίδιος δεν είναι ένας από τους ήρωες αυτής της ιστορίας. Προχωρεί, με βήμα αγέρωχο στη σκηνή, υποκλίνεται στο ακροατήριο, ανεβαίνει στο πόντιουμ και αφήνει πάνω στο αναλόγιο τη χρυσή, μαγική ράβδο του.
Σκύβει, τραβάει μια παρτιτούρα από τη δερμάτινη τσάντα του και καθώς την ανοίγει, ελευθερώνονται εξαίσιες μουσικές. Σπεύδει, συλλέγει τις σκόρπιες στον άνεμο νότες και υφαίνει την αιώνια του έρωτα αρμονία, στα φύλλα του πενταγράμμου. Κάθεται στο πιάνο και αγγίζει με τις άκρες των δαχτύλων του τα φιλντισένια πλήκτρα, γιατί με νότες αφηγείται τη συναρπαστική ιστορία του μυθικού πύργου, τη μεγάλη αρχαιολογική ανασκαφή και το `παιχνίδι` των ερώτων.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]