Τέρμους
Κυκλοφορεί
ISBN: 978-618-88063-5-1
Noėma, Αθήνα, 12/2025
1η έκδ., Ελληνική, Νέα
€ 12.72 (περ. ΦΠΑ 6%)
Βιβλίο, Χαρτόδετο
21 x 14 εκ, 102 σελ.
Δανικά (γλώσσα πρωτοτύπου)
Περιγραφή

Ύστερα από την πυρηνική καταστροφή, μια παρέα πλουσίων επιζώντων βρίσκει καταφύγιο στο Τέρμους, ένα πολυτελές θέρετρο σχεδιασμένο να αντέξει το τέλος του κόσμου. Εκεί, η ζωή δείχνει να συνεχίζεται όπως πριν – ή έτσι θέλουν να πιστεύουν.

Έξω από αυτό, οι υπόλοιποι επιζώντες ζητούν βοήθεια, ενώ μέσα, η σιωπή βαραίνει. Τη θέση της ευγένειας αρχίζει να παίρνει η ενοχή, και εκείνη της ασφάλειας ο φόβος.

Μια σκοτεινή αλληγορία για την επιβίωση, την ηθική και τα όρια της ανθρώπινης συνείδησης, μια ψυχρή απεικόνιση της αδράνειας απέναντι στην καταστροφή.

Στοχαστική και επίκαιρη, η νουβέλα του Σβεν Χολμ παραμένει ένα από τα πιο ανησυχητικά πορτρέτα της ευρωπαϊκής μεταπολεμικής συνείδησης, ένα από τα πιο ιδιαίτερα έργα της σκανδιναβικής λογοτεχνίας του 20ού αιώνα.

Βολεύτηκα σε ένα από τα δωμάτια του τελευταίου ορόφου, εδώ, στο ξενοδοχείο. Όλα κύλησαν βάσει σχεδίου, ακριβώς όπως μας είχαν εξηγήσει τότε, στα κείμενα των φυλλαδίων που μας έστειλαν μαζί με τα έντυπα της εγγραφής μας.

Κανείς μας δεν περίμενε ότι θα συνέβαινε τόσο ανώδυνα. Το εννοώ και κυριολεκτικά και μεταφορικά. Είχαμε ασυνείδητα σκεφτεί κάτι πιο δραστικό, μια ριζική μεταμόρφωση, όπου κάθε αντικείμενο θα έφερε ίχνη αυτού που είχε συμβεί, τα έπιπλα και οι τοίχοι θα άλλαζαν χαρακτήρα, ενώ η θέα από το παράθυρό μας θα αποκάλυπτε έναν κόσμο τελείως αλλιώτικο.

Παρόλα αυτά, σ’ εμάς οι αλλαγές είναι αισθητές. Η κατάσταση πανικού και προσμονής έχει τελειώσει και τη θέση της έχει πάρει η πλήρης κώφωση, όχι μόνο των αυτιών αλλά και ολόκληρου του σώματος, ένα αίσθημα εξάντλησης, μια βαθιά ριζωμένη ζάλη. Δεν μπορούμε να σηκωθούμε από την καρέκλα για να πάμε στην πόρτα παρά μόνον αν η κίνηση γίνει συνειδητά, κανείς μας όμως δεν μπορεί να το ελέγξει. Όλα έχουν αλλάξει κι όμως ψάχνουμε για μία και μόνο λεπτομέρεια που να έχει στ’ αλήθεια διαφοροποιηθεί. Είναι σαν μια αμφιταλαντευόμενη ανάρρωση μεταξύ ασθένειας και θανάτου.

Η διεύθυνση μας έχει τονίσει ότι δεν θα έπρεπε να νιώθουμε ασφαλείς. Παρόλο που έχουμε περάσει αρκετό χρόνο στα καταφύγια κάτω από το ξενοδοχείο, παρόλο που οι φύλακες έλεγξαν και καθάρισαν όλα τα γραφεία, τα περάσματα, τα υπνοδωμάτια, τους χώρους υποδοχής και γύρω από το ξενοδοχείο, όλοι οι ένοικοι έχουμε λάβει ένα δοσίμετρο και είμαστε υποχρεωμένοι να εισάγουμε την ποσότητα ακτινοβολίας που λαμβάνουμε κάθε μέρα. Μετρητές ακτινοβολίας έχουν τοποθετηθεί παντού, στην ηλιοροφή και σε κάθε επίπεδο του κτιρίου. Τους ελέγχουν ανά τακτά χρονικά διαστήματα.

Φυσικά, δεν υπάρχει κίνδυνος οι ένοικοι να αισθάνονται ασφαλείς. Όταν η διεύθυνση χρησιμοποιεί αυτή την έκφραση, δεν το κάνει επειδή αδυνατεί να έρθει στη θέση τους, αλλά επειδή επιλέγει απλή, άμεση γλώσσα, εν μέρει για να καθησυχάσει τον εαυτό της και εν μέρει για να μας υπενθυμίσει τον απρόσωπο τόνο του φυλλαδίου. Όταν όλα έχουν πια ειπωθεί και όλα έχουν γίνει, διεύθυνση και ένοικοι βρίσκονται αντιμέτωποι με την ίδια ακριβώς κατάσταση.

Τα έπιπλα που υπήρχαν στο δωμάτιό μου αποθηκεύτηκαν για λόγους ασφαλείας στο κελάρι, ακόμη και ο καθρέφτης, τα ράφια και οι αφίσες που είχα στον τοίχο. Όλα μεταφέρθηκαν επάνω και ο χώρος τακτοποιήθηκε προτού εγκατασταθώ.

Ένα κρεβάτι, ένα τραπέζι, δύο καρέκλες, ένα πορτατίφ, μία ντουλάπα. Ένας κήπος του Μονέ με παπαρούνες πιο κόκκινες κι από το κόκκινο και ένα λαμπερό αλλά απαλό φως, μια απόπειρα να αιχμαλωτίσει τη λάμψη κάποιας παιδικής ανάμνησης. Ένα κεφάλι του Κλέε, κενό σαν μάσκα, αλλά πονηρό, λαμπερό σαν ένα τεράστιο πεπόνι, φιλικό και τρομακτικό συγχρόνως. Η διεύθυνση έχει πει ότι μπορούμε να αντικαταστήσουμε τις εικόνες του δωματίου αν τις κρίνουμε ακατάλληλες ή να τις ανταλλάξουμε με τους γείτονές μας αν θέλουμε απλώς μια προσωρινή αναδιάταξη. Ανάμεσα στους δύο πίνακες κρέμεται ο καθρέφτης, όπου έχει τη δυνατότητα κανείς να δει το πρόσωπό του χωρίς, ωστόσο, να μπορεί να το αλλάξει κι αυτό.

Προβληματίστηκα σε σχέση με μία φράση που διάβασα στο φυλλάδιο: Μια φυσική πτυχή της ραδιενεργού καταστροφής είναι ο μετασχηματισμός των στοιχείων. Ας πάρουμε, για παράδειγμα, τον ραδιενεργό φώσφορο, P-32. Αυτό το ισότοπο μετατρέπεται με τη μετάδοση ενός σωματιδίου Βήτα σε σταθερό θείο. Δεν είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς τη σύγχυση που θα προκύψει.

Άραγε αυτή η προειδοποίηση μας έπεισε ότι τα πράγματα που μας είναι πιο οικεία θα είναι μετά την καταστροφή και τα πιο ξένα; Ότι ο φώσφορος θα κατέρρεε στον πίνακα των στοιχείων και θα μετατρεπόταν σε θείο, ότι με την εμφάνιση ενός αναγνωρισμένου μετάλλου κάτι θα κατέληγε να είναι τελείως αλλιώτικο και να έχει εντελώς διαφορετικές ιδιότητες, ότι η πέτρα δεν θα ήταν πλέον πέτρα κι ότι ο αέρας δεν θα ήταν πια αέρας, άρα να βρει κανείς έναν άνθρωπο μεταμορφωμένο σε στήλη άλατος δεν θα ήταν πια μύθος, αλλά πραγματικότητα.

Πιστεύαμε άραγε ότι θα βρίσκαμε ένα ξύλινο τραπέζι μεταμορφωμένο σε σπογγώδη πολτό, την επιφάνεια ενός καθρέφτη σε άπιαστο φωσφορίζον φως; Μήπως φανταζόμασταν πως το χερούλι της πόρτας θα διαλυόταν στο άγγιγμά μας ή ότι τα τζάμια των παραθύρων θα καταστρέφονταν και θα σχημάτιζαν μια μάζα φλεγόμενου πυριτίου, ότι το ύφασμα θα γινόταν τόσο άκαμπτο σαν πλάκα χαλύβδινη και πως τα φρούτα θα θρυμματίζονταν στα χέρια μας σαν πορσελάνη; Περιμέναμε ότι τα μόρια του αέρα θα ήταν τόσο αιχμηρά σαν κρύσταλλος και πως το δέρμα μας θα μετατρεπόταν σε κάτι σκοτεινό και γυαλιστερό που σε τίποτα δεν θα θύμιζε τον ίδιο μας τον εαυτό;

Δεν είχαμε προβλέψει μια τόσο αδίστακτη αλλαγή στο περιβάλλον μας. Αλλά ένας από τους λόγους γι’ αυτό το αίσθημα αδυναμίας μας μπορεί να είναι ότι παρότι η καταστροφή συνέβη, τα πράγματα διατήρησαν την εξωτερική τους εμφάνιση. Χωρίς να το γνωρίζουμε, πιστέψαμε στην καταστροφή· νομίζαμε ότι ο πανικός μας θα δικαιολογούνταν αν φτάναμε στο σημείο να χρησιμοποιούμε εκφραστικά μέσα τόσο βίαια όσο αυτά που προηγουμένως πλάθαμε με τη φαντασία μας.

Όταν επιστρέψαμε όμως από τα καταφύγια, ο κόσμος που βρήκαμε είχε αλλάξει λιγότερο κι απ’ ό,τι θα άλλαζε έπειτα από καλοκαιρινό μπουρίνι. Και τώρα που έχουμε πια τη βαθιά ανάγκη για φαντασία και διορατικότητα, κανείς μας δεν φαίνεται ικανός να ανταποκριθεί.

Μέσα σε είκοσι τέσσερις ώρες από την επιστροφή μας στο ξενοδοχείο, καταπιαστήκαμε όλοι –ή φροντίσαμε να καταπιαστούμε– με τη διάταξη των επίπλων συγκρίνοντας τις εικόνες και τη θέση των διαφόρων δωματίων.

Έξω, πίσω από τα αχνά σύννεφα, ο ήλιος έλαμπε, μα δεν υπήρχε κανένα σημάδι βροχής, κάτι που, σύμφωνα με τους ειδικούς, στην ακτινοβολία θα έπρεπε να μας καθησυχάζει.