Πρόσωπα μοναχικά, ενίοτε ανίκανα να αποτινάξουν τα βάρη του παρελθόντος, κινούνται με άξονα μια μικρή ελπίδα. Συχνά αναζητούν τη ζεστασιά της ανθρώπινης επαφής, μια «οικογένεια», μια εστία να απαγκιάσουν, τη δική τους φωλιά, ενώ κάποτε επιστρατεύουν μια παρηγορητική φυγή προς έναν κόσμο φανταστικό.
Έξι ιστορίες από ένα δυσοίωνο μέλλον, που ωστόσο είναι ήδη αμετάκλητα παρόν. Έξι ιστορίες για ανθρώπους που αντιστέκονται και ελπίζουν.
Είχαν περάσει ώρες περπατώντας πλάι στα θολά νερά της θάλασσας, βυθίζοντας τις μπότες τους στη βρεγμένη άμμο. Έτρωγαν σάντουιτς που είχαν φέρει μαζί τους, ξαπόσταιναν στις υγρές αυλές των εστιατορίων και χάνονταν για ώρα βαδίζοντας κάτω από τις φυλλωσιές των δέντρων. Όταν βρήκαν την ακτή, ο πατέρας κρέμασε θριαμβευτικά το σκουφί του σε ένα από τα δέντρα μπροστά στα βράχια. «Αυτό θα είναι το κρησφύγετό μας τα καλοκαίρια, η φωλιά μας», είπε, «κι εδώ θα φτιάξουμε τα κρεβάτια μας».