Ακολούθως, καταδεικνύεται ο τρόπος με τον οποίον η πρόβλεψη εκτεταμένων κανονιστικών υποχρεώσεων στο πεδίο της βιωσιμότητας αναμένεται να ωθήσει τις επιχειρήσεις σε μία πιο συμπεριληπτική θεώρηση του εταιρικού συμφέροντος, γεγονός με αλυσιδωτό αντίκτυπο σε σειρά κρίσιμων ζητημάτων εταιρικού δικαίου, όπως τα όρια της διαχειριστικής εξουσίας του ΔΣ, τα κριτήρια συμμόρφωσης με το καθήκον επιμέλειας των εταιρικών διοικητών, και οι προϋποθέσεις εφαρμογής του κανόνα της επιχειρηματικής κρίσης.
Στο τελευταίο και εκτενέστερο κεφάλαιο, παρουσιάζονται οι δύο πλέον επιδραστικές Οδηγίες στον χώρο της βιωσιμότητας, δηλαδή η CSRD («Οδηγία για την υποβολή εκθέσεων βιωσιμότητας») και η CSDDD («Οδηγία για την εταιρική δέουσα επιμέλεια όσον αφορά τη βιωσιμότητα»), και αναλύεται ο τρόπος με τον οποίον αυτές επηρεάζουν –επί του πρακτέου– τόσο τη λειτουργία των επιχειρήσεων όσο και τη φυσιογνωμία των σημαντικότερων θεσμών του εταιρικού δικαίου.