Ο τελευταίος χειμώνας
Κυκλοφορεί
ISBN: 978-618-5940-05-8
Ηδύφωνο, Αίγιο, 7/2025
1η έκδ., Ελληνική, Νέα
€ 14.00 (περ. ΦΠΑ 6%)
Βιβλίο, Χαρτόδετο
21 x 14 εκ, 218 σελ.
Περιγραφή
Ένα μυθιστόρημα, όπου οι ζωές των ανθρώπων υφαίνονται με σφιχτές βελονιές. 
Η Φρόσω ζώντας δίπλα στον “Παντέλο”, είχε πάψει να ελπίζει και η Θεωνίτσα που ξέμεινε να γεράσει μονάχη, πίστεψε πως, ως κι ο Θεός την είχε ξεχάσει.
Ο Χαρίτος “θαλασσοπνίγηκε” λαχταρώντας το δικό του θαύμα και ο Ανδρέας, αρνήθηκε τον γιο του και χάραξε ξέχωρη από κείνον ζωή.
Η Αρτεμούλα μαράζωσε που την πάντρεψαν αθέλητά της και ο Μενέλαος καταρρακώθηκε κι έχασε τον κόσμο, σαν έμαθε την ατιμία της γυναίκας του.
Ο Κωστής που πάντα αποζητούσε την αγάπη, δεν είχε να δώσει άλλο πέρα από προδοσία και πόνο κι ο Αποστόλης που έκανε την πίκρα του οργή, γύρεψε την παρηγοριά στο καπηλειό.
Από κοντά τους και η Χρυσούλα, ο Νικόλας, η Πολυξένη, η Χαρούλα, ο Μήλιος, η Αγνή...
Όλοι βαριόμοιροι, αδύναμοι να αντιπαλέψουν τη μοίρα τους, αφέθηκαν και είδαν τις ζωές τους να πηγαίνουν στράφι.
Κι αν δρόμοι τους έσμιξαν, μοιράστηκαν το διάβα τους και πάσχισαν αντάμα, τίποτα δεν τους βγήκε σε καλό.
Και μόνο η Υακίνθη που ακόμη και στις “βαρυχειμωνιές” της βαστούσε το κουράγιο της, ήλπιζε πως κάθε χειμώνας θα ήταν και ο τελευταίος.

Πόσο να βαστάξει η ψυχή να καρτερεί την άνοιξη και από παντού

να τη χτυπούν μόνο χειμώνες;

ΗΦρόσω ζώντας δίπλα στον “Παντέλο”, είχε πάψει να ελπίζει και η Θεωνίτσα που ξέμεινε να γεράσει μονάχη, πίστεψε πως, ως κι ο Θεός την είχε ξεχάσει.

Ο Χαρίτος  “θαλασσοπνίγηκε” λαχταρώντας το δικό του θαύμα και ο Ανδρέας, αρνήθηκε τον γιο του  και χάραξε ξέχωρη από κείνον ζωή.

Η Αρτεμούλα μαράζωσε που την πάντρεψαν αθέλητάτης και ο Μενέλαος καταρρακώθηκε κι έχασετον κόσμο, σαν έμαθε την ατιμία της γυναίκας του.

Ο Κωστής που πάντα αποζητούσε την αγάπη, δεν είχε να δώσει άλλο πέρα από προδοσία και πόνο κι ο Αποστόλης που έκανε την πίκρα του οργή, γύρεψε την  παρηγοριά  στο καπηλειό. 

Από κοντά τους και η Χρυσούλα, ο Νικόλας, η Πολυξένη, η Χαρούλα, ο Μήλιος, η Αγνή...

Όλοι βαριόμοιροι, αδύναμοι να αντιπαλέψουν τη μοίρα τους, αφέθηκαν και είδαν τις ζωές τους να πηγαίνουν στράφι.

Κι αν δρόμοι τους έσμιξαν, μοιράστηκαν το διάβα τους και πάσχισαν αντάμα, τίποτα δεν τους βγήκε σε καλό.

Και μόνο η Υακίνθη που ακόμη και στις “βαρυχειμωνιές” της βαστούσε το κουράγιο της, ήλπιζε πως κάθε χειμώνας θα ήταν και ο τελευταίος.