Ρωγμή, εντούτοις, στην ως άνω γενική απαγόρευση χρησικτησίας σε βάρος του Δημοσίου εισήγαγε η ρύθμιση του άρθρου 4 ν. 3127/2003. Σύμφωνα με αυτήν τη διάταξη νόμου, ο ιδιώτης που νέμεται αδιατάρακτα κατά τον χρόνο έναρξης του νόμου και με καλή πίστη αστικό ακίνητο της ιδιωτικής περιουσίας του Δημοσίου δύναται υπό τις λοιπές προϋποθέσεις του νόμου να επικαλεστεί την κτήση κυριότητας με χρησικτησία σε βάρος του Δημοσίου, την οποία δεν θα μπορούσε χωρίς τη συνδρομή της ανωτέρω διάταξης νόμου να αποκτήσει.
Στην παρούσα μελέτη προσεγγίζεται η ερμηνεία και η εφαρμογή της ειδικής χρησικτησίας του άρθρου 4 ν. 3127/2003, όπως διαμορφώνεται στην πρόσφατη νομολογία. Εξετάζονται οι προϋποθέσεις εφαρμογής της ειδικής αυτής χρησικτησίας, ο εντοπισμός των ζητημάτων μείζονος σημασίας της ρύθμισης και η διερεύνηση των περιπτώσεων που απασχόλησαν την πρόσφατη νομολογία με τη σύντομη παράθεση των απόψεων που διατυπώθηκαν στη θεωρία. Διερευνάται το πεδίο εφαρμογής της ρύθμισης, η έννοια της αδιατάρακτης νομής με τη συνδρομή θεωρητικών προσεγγίσεων και δικαστικών αποφάσεων, και το ζήτημα του κρίσιμου χρόνου κατά τον οποίο η νομή του ιδιώτη πρέπει να είναι αδιατάρακτη, καταγράφεται η περιπτωσιολογία των ενεργειών του Δημοσίου που συνιστούν παρενόχληση του νεμόμενου τη δημόσια έκταση και εκείνων που δεν θεωρούνται παρενόχληση, όπως αποτυπώνονται στη νομολογία, και επιχειρείται η ομαδοποίηση των ενδεικτικών περιπτώσεων που, σύμφωνα με τις δικαστικές αποφάσεις, καταδεικνύουν την ύπαρξη ή την έλλειψη καλής πίστης στο πρόσωπο του νεμόμενου τη δημόσια έκταση.