Η συμβολή, λοιπόν, του επιμελητή με τις υποσημειώσεις είναι να ξεναγήσει τον σημερινό, και –γιατί όχι;– και τον αυριανό Έλληνα αναγνώστη στον κόσμο του Ξενόπουλου, κόσμο που έχουν χρόνια να τον παρουσιάσουν, ώστε να είναι στους περισσότερους άγνωστος. Υπάρχουν γενιές που δεν έχουν ακούσει ποτέ τους, από τα σχολεία και από όπου θα έπρεπε, για πολλά πρόσωπα και γεγονότα της πνευματικής και κοινωνικής ζωής της Αθήνας, της Ζακύνθου, αλλά και της λοιπής Ελλάδας στα τέλη του 19ου αιώνα και στο πρώτο ήμισυ του 20ού. Χρειάζονται επομένως τα κλειδιά των υποσημειώσεων για να μπορέσει να καταλάβει ο σημερινός αναγνώστης την απαράμιλλη αφήγηση του Γ. Ξενόπουλου.
Η έκδοση αυτή είναι χρηστική, όχι φιλολογική. Βοηθά τον αναγνώστη να καταλάβει το κείμενο παρουσιάζοντας πρόσωπα και πράγματα ενώ οι περισσότεροι από εκείνους που τα έζησαν δεν ζουν πια. Ας λάβουμε υπόψη το πλήθος και την ταχύτητα των αλλαγών που επήλθαν και ολοένα επέρχονται στη ζωή μας τα τελευταία πενήντα χρόνια.
Το κείμενο της Αυτοβιογραφίας, χωρίς να προστεθεί ή να παραληφθεί ούτε μια λέξη, έχει προσαρμοσθεί στη σύγχρονη δημοτική γλώσσα, όσον αφορά την ορθογραφία. Οι τύποι όμως της καθομιλουμένης της εποχής (π.χ. του αντρός της) έχουν κρατηθεί. Το ίδιο έγινε και με τους τύπους της ζακυνθινής διαλέκτου.
Η Αυτοβιογραφία του Γ. Ξενόπουλου σταμάτησε να δημοσιεύεται στην εφημερίδα Αθηναϊκά το 1939. Τα γεγονότα της ζωής του που επακολούθησαν μέχρι το 1951 που πέθανε, κυρίως δραματικά (η ανατίναξη του σπιτιού όπου έζησε όλη τη ζωή του μαζί με το σπουδαίο αρχείο του) κατά τα Δεκεμβριανά δεν τα έχει καταγράψει. Καταγράφονται εδώ από τον ιστορικό Κώστα Τσικνάκη στο τέλος αυτού του βιβλίου.